Το Χριστουγεννιάτικο μήνυμα του Μητροπολίτη Πειραιώς κ.Σεραφείμ είναι γεμάτο μηνύματα που θα κάνουν πολλούς να προβληματιστούν.
Ο Σεβασμιώτατος αναφέρεται στα λάθη δυτικών που όπως τονίζει «…τα
μεγαλύτερα εγκλήματα στην Ιστορία της ανθρωπότητας… τα διέπραξαν όσοι
τον αρνήθηκαν».
Διαβάστε αναλυτικά την Ποιμαντορική Εγκύκλιο:
Τέκνα μου αγαπητά και περιπόθητα,
Αδελφοί Συλλειτουργοί και τέκνα προσφιλή εν Χριστώ τεχθέντι, «Δεύτε
ίδωμεν, πιστοί, που εγεννήθη ο Χριστός. Ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει
ο αστήρ!»
Ο διπλούς αυτός στίχος από τον όρθρο των Χριστουγέννων δεν αποτελεί
μόνον ερώτηση και απορία, ούτε μόνο κατάφαση και διδασκαλία. Ως κλήση
και αποστολη, δηλώνει συγχρόνως το ζητούμενο και το δεδομένο, όπως
συμβαίνει πάντοτε στις κρίσιμες στιγμές που ο άνθρωπος έρχεται σε άμεση
σχέση με το Θεό, υποχρεούμενος να λογοδοτήσει υπεύθυνα για όσα έλαβε και
για όσα οφείλει.
Επομένως το «που εγεννήθη ο Χριστός» και το «ένθα οδεύει ο αστήρ» –
τα οποία επ” ουδενί δικαιούμαστε να εκλάβομε ως ρητορικά σχήματα –
αποτελούν τις σταθερές συνιστώσες προσανατολισμού για τον Χριστιανό,
μέσα στην αιωνίως ασταθή ιστορία, και δεν έχουν καμμιά σχέση με
γεωγραφικές ή τοπικές δεσμεύσεις.
Το «που» και το «ένθα» εδώ δεν δηλώνει, δεν μπορεί να δηλώνει, τον
«τόπο», αλλά τον «τρόπο», για να θυμηθούμε την προσφιλή γλώσσα των
Πατέρων.
Το ότι γεωγραφικώς ο Χριστός γεννήθηκε στην Βηθλεέμ εξ Οίκου Δαυίδ
και εκ φυλής Ιούδα αποδεικνύει την μεσσιανικότητα Του, εκπληρώνει τις
προφητείες του Ζώντος Θεού.
Το άρρητο μυστήριο, το «χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένον» (Ρωμ. 14,24),
συνίσταται στο «πως» και στο «δια – τι» της κατά σάρκα Οικονομίας του
Κυρίου, που αφορά σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, επειδή ο Θεός «θέλει
πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ.
2,4).
Μ” ένα λοιπόν απλό και ιλαρό «Δεύτε ίδωμεν», καλούμαστε ξανά σήμερα
ν” ακούσομε πως εγεννήθη ο Σωτήρ του κόσμου. Καί αφού αναλογισθούμε την
«ευεργεσία», να ακολουθήσομε εν συνεχεία «ένθα οδεύει ο αστήρ».
Έτσι μόνο αποκτούν νόημα, δηλαδή καθίστανται ειλικρινή και δεσμευτικά
για το κάθε μέλος της Εκκλησίας και για ολόκληρη την Ευχαριστιακή
Σύναξη όσα χαρακτηριστικώς δηλώνουμε κατά το «εις Χριστόν» βάπτισμά μας.
«Ομολογούμεν την Χάριν
κηρύττομεν τον έλεον
ου κρύπτομεν την ευεργεσίαν.»
Το ότι στο ένα και αδιαίρετο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού ο Θεός
«εφανερώθη εν σαρκί», όχι κατά «δόκησιν», αλλά γενόμενος «κατά πάντα
όμοιος ημίν, χωρίς αμαρτίας», και εν τούτοις παραμένων αδιαλείπτως
τέλειος και αναλλοίωτος Θεός, αυτό είναι ακριβώς που εγγυάται την «κατά
χάριν θέωσιν» του ανθρώπου. Καί «θέωσις», βεβαίως, δεν σημαίνει τίποτε
το βλάσφημο και σκανδαλώδες. Σημαίνει την κατά το θέλημα του φιλάνθρωπου
Θεού αδιαίρετη και ασύγχυτη συνύπαρξη Θείου και ανθρωπίνου, έως
συντέλειας του αιώνος, και πέραν αυτής, στην αιωνιότητα της θείας
αγάπης.
Γιά να μην ακούγονται όμως όλα αυτά στους ολιγόπιστους ως «ευσεβείς
πόθοι» ή ως «ρομαντικά ευχολόγια», ας εξηγήσουμε πιο συγκεκριμένα τι
ακριβώς σημαίνει το ότι η ενανθρώπηση του Θεού ένωσε, στο πρόσωπο του
Χριστού, «ασυγχύτως» και «αδιαιρέτως» Θεό και άνθρωπο.
Το «ασυγχύτως» σημαίνει ότι οποιαδήποτε ανύψωση και τελείωση του
ανθρώπου δεν γίνεται ποτέ αυτοδύναμα ή αυτόνομα, άλλα από το έλεος και
την χάρη του Θεού, που έκτισε τον άνθρωπο δεκτικό τελειώσεως. Όταν
θυμάται αυτή τη θεμελιώδη αλήθεια ο άνθρωπος, είναι αδύνατο να οδηγηθεί
στην ύβρη του «ναρκισσισμού», που μοιραία εξελίσσεται σε «ειδωλοποίηση»
και «δαιμονοποίηση» του ανθρώπου. Η ανθρώπινη φύση, ως κτιστή και
πεπερασμένη, θα έχει πάντα ανάγκη της αγάπης του Θεού, μιάς αγάπης
ακτίστου και απείρου, που γι’ αυτό δίδεται πάντα ως χάρισμα και λέγεται
«χάρις». Αν το ξεχάσει αυτό ο άνθρωπος, έστω και για μια στιγμή, συγχέει
το θείο και το ανθρώπινο, κηρύττοντας έτσι εμπράκτως την φοβερώτερη
αίρεση, και προκαλώντας το εγκληματικώτερο σχίσμα.
Αλλά και το «αδιαιρέτως» είναι εξ ίσου βαρυσήμαντο επίρρημα. Δηλώνει
την βαθειά βεβαιότητα ότι ο ενανθρωπήσας Θεός δεν χωρίζεται πιά από το
θεότευκτο και θεόμορφο δημιούργημά Του που λέγεται άνθρωπος, με σταθερό
προσανατολισμό τον Θεάνθρωπο.
Η θεανδρική μορφή του Χριστού υψώθηκε «εφ” απαξ» στην Ιστορία ως
«ζυγός δικαιοσύνης». Καί υψώθηκε, όχι απλώς για να «αποκαταστήσει» την
κλονισθείσα ισορροπία από την ανθρώπινη «παρακοή», αλλά και για να
«αναπλάσει» σε νέα βάση (στο αίμα της Καινής Διαθήκης) την «σπιλωμένη»
εικόνα του Θεού στον άνθρωπο.
Το θεανδρικό λοιπόν μυστήριο που συντηρεί και διαιωνίζει, ως σώμα
Χριστού, η Εκκλησία στην Ιστορία του κόσμου, είναι το φωτεινότερο όραμα
και το ιερώτερο άθλημα για όσους δεν το αρνήθηκαν. Τα μεγαλύτερα
εγκλήματα στην Ιστορία της ανθρωπότητας δεν τα διέπραξαν, ατυχώς, όσοι
δεν εγνώρισαν ή δεν αναγνώρισαν τον ενανθρωπήσαντα Θεό. Τα διέπραξαν,
αλλοίμονο, οι ίδιοι οι δικοί Του που Τον αρνήθηκαν. Αιώνιο και πικρό
«κατηγορώ» για τους Χριστιανούς όλων των αιώνων ο λόγος του Ευαγγελιστού
Ιωάννου:
«Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον, όσοι δε έλαβον
αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιω. α΄ 11-12).
Οφείλουμε όλοι να ομολογήσουμε εν συντριβή την σε μεγάλο βαθμό
αποτυχία μας. Πρόκειται δε για αποτυχία που δεν προέκυψε απρόβλεπτα, ή
από παράγοντες εξωτερικούς, αλλά υπήρξε προγραμματική και κατευθυνόμενη,
γι” αυτό ακριβώς και ήταν συνειδητή προδοσία. Καί προδόθηκε όχι μόνο το
αίμα «του από καταβολής κόσμου εσφαγμένου Αρνίου» (Αποκ. 13,8), αλλά
και τα αίματα όλων των Μαρτύρων, των Ομολογητών, των εγκρατευτών, και
«παντός πνεύματος δικαίου εν πίστει τετελειωμένου».
Μήτε το κήρυγμα μετανοίας, ούτε οι Ιεραποστολές, οι Μοναχισμοί και τα
παντοία μαρτύρια 20 αιώνων μπόρεσαν να αναχαιτίσουν την βαρβαρότητα του
γενικού ξεπεσμού των Χριστιανών, από τότε που έπαψαν να είναι
διωκόμενοι και μεταβλήθηκαν σε διώκτες, όχι μόνο των άλλων αλλά και του
ίδιου του εαυτού των.
Κατά την δεύτερη κυρίως χριστιανική χιλιετία οι Χριστιανοί Ανατολής
και Δύσεως – ιδίως της Δύσεως – επέδειξαν μια σκανδαλώδη περιφρόνηση στα
δύο κορυφαία Δόγματα του Χριστιανισμού, που είναι και η πεμπτουσία του.
Το Δόγμα περί του Τριαδικού Θεού, και το Δόγμα περί της Υποστατικής
Ενώσεως του ενανθρωπήσαντος Κυρίου.
Καί είναι μεν αλήθεια ότι στην Ορθόδοξη λατρεία τα δύο αυτά Δόγματα
δεσπόζουν, ως ακρογωνιαίοι λίθοι, με το Τρικέρι αφ’ ενός, και το Δικέρι
αφ’ ετέρου, στα χέρια του ιερουργούντος Αρχιερέως. Ποιό είναι όμως το
πρακτικό, δηλαδή το ηθικό τους αντίκρυσμα στην καθημερινή μας δράση και
ζωή; Τόσο το μυστήριο του Τριαδικού Θεού, όσο και το μυστήριο των δύο εν
Χριστώ φύσεων, κηρύττουν δύο πύρινες αλήθειες για την ανθρώπινη ζωή και
κοινωνία :
Πρώτον, ότι η θεία ζωή, ως αδιάσπαστη συνέχεια και αιωνιότητα,
σημαίνει αδιαίρετη ενότητα, ειρήνη, κοινωνία και μακαριότητα των
προσώπων, κι όλα αυτά τρέφονται και συντηρούνται μόνο από αμοιβαία,
ανιδιοτελή αγάπη. Καί δεύτερον, ότι η αμοιβαία αγάπη προϋποθέτει
αμοιβαίο σεβασμό ανάμεσα στα πρόσωπα.
Η ταυτότητα λοιπόν της ουσίας, και η ετερότητα του προσώπου, ιδού τα δύο από Θεού κηρυττόμενα αγαθά.
Πως πραγματώσαμε όμως οι Χριστιανοί την «κοινωνία προσώπων»; Πως
σεβαστήκαμε και τιμήσαμε την ανεπανάληπτη ετερότητα κάθε προσώπου;
Μία σύγκριση με τους αρχαίους αιρετικούς, πάνω σ’ αυτά τα θέματα ζωής
ή θανάτου, θα μας δείξει χειρότερους από κείνους. Οι Αντιτριαδικοί, οι
Χριστομάχοι, οι Πνευματομάχοι, οι Πελαγιανοί, οι Μονοφυσίτες, οι
Εικονοκλάστες, και όποιοι άλλοι, πολέμησαν την αλήθεια, σε θεωρητικό
κυρίως επίπεδο. Εμείς αντιθέτως οι Χριστιανοί της β΄ κυρίως χιλιετίας,
σπεύσαμε να εξορίσουμε και να εκθρονίσουμε τον Θεό από την ίδια την
Δημιουργία Του, και να αποϊεροποιήσουμε την Φύση και την Ιστορία.
Έτσι και η εικόνα του Θεού, το ανεπανάληπτο ανθρώπινο πρόσωπο,
υποβιβάσθηκε και ευτελίσθηκε σε άτομο, σε άψυχο νούμερο. Πρόοδος και
ανάπτυξη θεωρήθηκε μόνο η οικονομική ευμάρεια και υλική δύναμη, λες κι ο
άνθρωπος είναι μόνο στομάχι και σάρκες. Το δικαίωμα όλων για «μετοχή»
και «κοινωνία» σ” όλα τα αγαθά του Θεού, αντικαταστάθηκε με το «ποιός
μπορεί ν” αρπάξει και να καταναλώσει τα περισσότερα».
Δεν ήσαν οι Ασιάτες, μήτε οι Αφρικανοί που επέβαλαν τον καπιταλισμό,
τον φασισμό, τον κομμουνισμό και την οικολογική καταστροφή του πλανήτη.
Ευρωπαίοι ήταν και Αμερικανοί, μέλη των παρασυναγωγών, των αιρέσεων, του
Παπισμού και του Προτεσταντισμού, των σχισμάτων που απομείωσαν τον
Χριστιανισμό.
Οι ίδιοι είναι που οργάνωσαν και επραγματοποιησαν και τους δύο
Παγκοσμίους πολέμους. Οι ίδιοι που μοίρασαν τους κατοίκους της γης σε
πολίτες του πρώτου κόσμου, ευημερούντες και ασωτεύοντες εν κραιπάλη˚ σε
πολίτες του δεύτερου κόσμου, που βιάζονται κάθε μέρα πιο πολύ να
μιμηθούν τους πρώτους, κι αν είναι δυνατόν να τους ξεπεράσουν˚ και σε
πολίτες του τρίτου κόσμου, τα πιο τραγικά θύματα πείνας, ασθενειών και
αναλφαβητισμού.
Τα media, που συνήθως ως «νέα» προβάλλουν κυρίως τις καταστροφές και
τα δράματα σ” ολόκληρο τον πλανήτη, μας ενημερώνουν συνεχώς. Κανείς
λοιπόν δεν μπορεί πιά να προφασισθεί ότι «δεν είδε» ή «δεν άκουσε».
Ας προσευχηθούμε εν μετανοία, κι ας εργασθούμε με ταπείνωση για ένα
δικαιότερο, εντιμότερο και φιλανθρωπότερο κόσμο. Η τρίτη χριστιανική
χιλιετία δεν πρέπει να επαναλάβει τα εγκλήματα της δεύτερης. Ούτε να
είναι από Χριστιανούς σχεδιασμένη τόσο αντιχριστιανικά.
Εις τον υπέρ ημών ενανθρωπήσαντα, παθόντα και δοζασθέντα Θεό της αγάπης, πάσα τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ!
ΑΛΗΘΩΣ ΕΤΕΧΘΗ!
Χρόνια πολλά με υγεία και ευλογίες!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ