Δεν
χρειάστηκε πολύς χρόνος, οι αυθεντίες του «κάντε κάτι» να
χρησιμοποιήσουν την παγκόσμια και απόλυτα δικαιολογημένη οργή από την
εικόνα ενός 3χρονου νεκρού αγοριού, για να δικαιολογήσουν την αλλαγή του
καθεστώτος στη Συρία. Το
πλήθος του «κάντε κάτι» θέλει να «κάνουμε κάτι» για την κρίση των
προσφύγων και να «λύσουμε» το «μεγαλύτερο πρόβλημα», το οποίο, βέβαια,
προϋποθέτει αλλαγή του καθεστώτος. Για να δημιουργηθεί το ηθικό έρεισμα
του κατεπείγοντος και να δεθεί η κρίση των προσφύγων στη
μακροχρόνια φιλοπόλεμη πολιτική τους, οι φορείς αυτοί πρέπει να
επιμείνουν ότι οι ΗΠΑ «δεν έχουν κάνει τίποτα» για τη Συρία. Λέει το κύριο άρθρο του Guardian την Πέμπτη:
«Η
αισιοδοξία για την Αραβική Άνοιξη δαπανάται. Ο συνταγματάρχης Καντάφι
ήταν ένας τύραννος, αλλά η Λιβύη έχει κατέρρευσε βίαια στον απόηχο της
απομάκρυνσης του. Η άρνηση για παρέμβαση κατά του Μπασάρ αλ-Άσαντ έδωσε
στον Πρόεδρο της Συρίας την άδεια να συνεχίσει τη δολοφονία του λαού
του».
Λέει ο δήμαρχος του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον στην Telegraph:
«Αποδέχομαι
απολύτως ότι η παρέμβαση δεν έχει πετύχει πολλές φορές. Ήταν μια
καταστροφή στο Ιράκ. Ήταν μια καταστροφή στη Λιβύη. Αλλά να σας πω
ειλικρινά ότι η μη παρέμβαση στη Συρία αποτελεί επιτυχία; Εάν
συνεχίσουμε να μην κάνουμε τίποτα για τον εφιάλτη στη Συρία, τότε
ειλικρινά θα πρέπει να συνδέσουμε τους εαυτούς μας σε μια αιωνιότητα
προσφύγων, με περισσότερους ανθρώπους να ασφυκτιούν σε φορτηγά χωρίς
αέρα στους ευρωπαϊκούς αυτοκινητόδρομους, και περισσότερους ανθρώπους να
προσπαθούν να αναρριχηθούν στα συρματοπλέγματα που χτίζουμε γύρω από
την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και το άρθρο του Michael Gerson στην Washington Post, την ίδια μέρα:
«Κατά
τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών, κάποιες στιγμές, ακόμη και
σχετικά μικρές δράσεις θα μπορούσαν να έχουν μειώσει τον ρυθμό των
απωλειών των αμάχων στη Συρία. Πόσο δύσκολο θα ήταν να καταστραφούν τα
ελικόπτερα που ρίχνουν βόμβες στις γειτονιές; Μια σειρά από επιλογές που
απέχει πολύ από σημαντική παρέμβαση θα μπορούσε να μειώσει την
καταστροφική δύναμη του καθεστώτος και / ή να ενισχύσει τις ικανότητες
πιο υπεύθυνων δυνάμεων. Τίποτα δεν έγινε».
Αλλά
όλα αυτά αποτελούν μια φαντασία. Οι ΗΠΑ βεβαίως κι έχουν «παρέμβει» στο
συριακό ‘εμφύλιο’ πόλεμο, σε μετρήσιμους και σημαντικούς τρόπους,
τουλάχιστον από το 2012, κυρίως με τον εξοπλισμό, τη χρηματοδότηση και
την κατάρτιση των δυνάμεων που μάχονται τον Άσαντ. Σύμφωνα με άρθρο στην Washington Post, τον Ιούνιο:
«Στο 1 δις δολάρια, που αντιπροσωπεύει περίπου $ 1 για κάθε $ 15 του συνολικού προϋπολογισμού της CIA, υπολογίζονται οι δαπάνες για τις επιχειρήσεις που συνδέονται με την Συρία, αποκάλυψαν έγγραφα στην Washington Post, που ελήφθησαν από τον πρώην τεχνικό σύμβουλο της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, Έντουαρντ Σνόουντεν».
«Αμερικανοί αξιωματούχοι αναφέρουν ότι η CIA
έχει εκπαιδεύσει και εξοπλίσει σχεδόν 10.000 μαχητές που στάλθηκαν στη
Συρία κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών - πράγμα που σημαίνει ότι η
CIA δαπανά περίπου $ 100.000 ανά έτος για κάθε ‘επαναστάτη’ κατά του
Άσαντ που έχει περάσει από το πρόγραμμα».
Εκτός
από αυτό, η κυβέρνηση Ομπάμα έχει εμπλακεί σε εξοντωτικές κυρώσεις κατά
της κυβέρνησης Άσαντ, παρέχει την εναέρια υποστήριξη σε όσους επιθυμούν
να τον εκθρονίσουν, παρεμπιπτόντως διοχέτευε όπλα στο ISIS και δεν ευθυγράμμιζε κατά δεύτερο λόγο, τον υποστηριζόμενο από τη CIA Ελεύθερο Συριακό Στρατό με την Αλ Κάιντα.
Ανεξάρτητα από τη θέση που έχει κάποιος για τη Συρία ή αν νομίζει ότι
οι ΗΠΑ, κάπως κρυφά συμμαχούν με τον Ασάντ, δεν μπορούμε να πούμε ένα
πράγμα: ότι οι ΗΠΑ «δεν έχουν κάνει τίποτα στη Συρία». Αυτό είναι
ιστορικά λανθασμένο.
Οι
περισσότεροι από αυτούς τους υπέρμαχους για την απομάκρυνση του Άσαντ
ίσως το γνωρίζουν αυτό, αλλά δεν μπορούν να πουν «οι ΗΠΑ θα πρέπει να
κάνουν περισσότερα» ή «δεν έχουν κάνει αρκετά», διότι αυτό θα έθετε το
δυσάρεστο ερώτημα του τι έχουν ΗΔΗ κάνει.
Και
η απάντηση σε αυτό, όπως και στις περισσότερες αναμίξεις των ΗΠΑ σε
άλλες χώρες, είναι ότι ένα πολύ συγκεκαλυμμένο πρόγραμμα των ΗΠΑ δεν
μπορεί να αναγνωριστεί ανοικτά. Έτσι, εκείνοι στα κατεστημένα μέσα
ενημέρωσης αφήνονται να κάνουν ένα περίεργο χορό: από τη μία να αγνοούν
όλα αυτά που έχουν ήδη γίνει από τις ΗΠΑ, και από την άλλη να επιμένουν
ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να ενταχθούν σε μια σύγκρουση της οποίας είναι
μέρος για πάνω από τρία χρόνια.
Μια άλλη ιδέα που προωθείται, για παράδειγμα στον Guardian παραπάνω, είναι η δημιουργία μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων που θα βοηθήσει να ανακοπεί το κύμα των προσφύγων:
«Για
να ξεκινήσει η αποκατάσταση αυτής της ελπίδας, αναπόφευκτα θα έπρεπε να
υπάρξει διεθνής παρέμβαση κάποιου είδους. Η δημιουργία αξιόπιστων και
ασφαλών καταφυγίων και η εφαρμογή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων θα
πρέπει να είναι πάνω στο τραπέζι για να εξεταστεί σοβαρά».
Δύο πράγματα καταρχάς:
Α) Μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στον Άσαντ επειδή οι αντι-Άσαντ δυνάμεις δεν έχουν δύναμη αέρος.
Β)
Αν και μπορεί να ακούγεται σαν μια απλή και ανθρωπιστική στάση, και
έτσι προβάλλεται – χωρίς αμφιβολία, κυριολεκτικά κάθε ζώνη απαγόρευσης
πτήσεων στην ιστορία έχει τελικά οδηγήσει στην αλλαγή του καθεστώτος.
Και αυτοί που την προωθούν, πρέπει τουλάχιστον να είναι ειλικρινείς
σχετικά με το τι σημαίνει αυτό: την ενεργή απομάκρυνση του Άσαντ από
ξένες δυνάμεις. Πράγματι, αν κάποιος θυμάται, και η επέμβαση του ΝΑΤΟ
στη Λιβύη, αρχικά παρουσιάστηκε ως μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων για να
αποτραπεί μια πιθανή γενοκτονία, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες, οι ηγέτες
του ΝΑΤΟ είχαν επιφέρει την πλήρη αλλαγή του καθεστώτος.
Αλλά και πάλι εδώ, υπάρχει κάποια σοβαρή παραποίηση από τον Guardian.
Ενώ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πολλοί από τους πρόσφυγες
διαφεύγουν από τους βομβαρδισμούς των πόλεων από τις δυνάμεις του Assad, το εν λόγω αγόρι, ο Aylan Kurdi, δεν ανήκει σε αυτούς: Διέφευγε από το ISIS και τον βομβαρδισμό από τις ΗΠΑ της γενέτειράς του Κομπανί, μακριά από οτιδήποτε που έχει κάνει η κυβέρνηση Άσαντ. Μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων δεν θα είχε σώσει την πατρίδα του..
Για
άλλη μια φορά, η ασθένεια γίνεται η θεραπεία, διότι για τα δυτικά μέσα
ενημέρωσης, υπάρχει ένας κακός δικτάτορας εναντίον «μαχητών της
ελευθερίας». Αυτός ο χρωματισμός περιπλέκει την βρώμικη αφήγηση του «Αν
μπορούμε να απαλλαγούμε από τον Άσαντ μπορούμε να λύσουμε την κρίση», η
οποία υπήρξε το δόγμα των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας από το 2011. Αλλά
υπάρχει το πρόβλημα μπροστά: Εάν η Δύση διώξει τον Άσαντ, στη συνέχεια,
τι; Οι δεκάδες χιλιάδες φανατικοί μεσαιωνικοί ουχαμπίτες που έχουν
πλημμυρίσει την χώρα, απλά θα φύγουν;
Εκείνοι
που αγνοούν τόσο απροκάλυπτα την ιστορία, απαιτώντας την εμπλοκή των
ΗΠΑ στον συριακό ‘εμφύλιο’ πόλεμο, επιδίδονται σε μια φαντασίωση που
είναι τόσο ολέθρια, όσο και προβλέψιμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου