Μετά την οδυνηρή ήττα που υπέστη ο Περσικός στόλος στη Σαλαμίνα, πλέον ήταν φανερό ότι χρειαζόταν μερικά ακόμη συντονισμένα χτυπήματα για αναγκαστεί ο Μήδος βασιλιάς να εγκαταλείψει τα όνειρά του για την κατάκτηση της Ελλάδας. Έτσι ενωμένος πλέον ο Ελληνικός στρατός βαδίζει στις Πλαταιές για να αντιμετωπίσει τον Μαρδόνιο και παράλληλα ο Σπαρτιάτης Λεωτυχίδας Β', διοικητής του ελληνικού στόλου με 110-250 πλοία( διαφορά αναφορών Ηροδότου και Διόδωρου) και 40.000 περίπου ανδρών μαζί με τον Αθηναίο Ξάνθιππο, το καλοκαίρι του 479 π.χ. στάλθηκε για να μεταφέρει τον πόλεμο στο ασιατικό έδαφος.
Και ενώ ο ελληνικός στόλος είχε ήδη φτάσει στη Δήλο, τρεις άνδρες έφτασαν από τη Σάμο με ένα σημαντικό μήνυμα· ο Λάμπωνας, ο Αθηναγόρας και ο Ηγησίστρατος, που είχαν σταλεί από τους Σάμιους κρυφά από τους Πέρσες και το Θεομήστορα, που αποτελούσε πιόνι-τύραννο των Περσών. Ο Ηγησίστρατος λοιπόν έκανε έκκληση με κάθε είδους επιχειρήματα, δηλώνοντας ότι η θέα και μόνο του ελληνικού ναυτικού θα ήταν αρκετή ενθάρρυνση, για να εξεγερθούν οι Ίωνες και ότι αν τον υποψιάζονταν ως προδότη ήταν πρόθυμος να πλεύσει μαζί τους ως όμηρος. Πείσθηκε ο Σπαρτιάτης αρχηγός και αμέσως τα Ελληνικά πλοία έπλευσαν προς Σάμο και έφτασαν στους Καλάμους έτοιμα για ναυμαχία. Οι Πέρσες όμως είχαν αντίθετη άποψη. Αρχικά έδιωξαν τους Φοίνικες και αποφάσισαν να αποφύγουν την ναυμαχία βρίσκοντας καταφύγιο στη Μυκάλη όπου θα είχαν και την υποστήριξη των 60.000 ανδρών του Τιγράνη. Μόλις έφτασαν έσυραν τα 300 περίπου πλοία τους στην ξηρά κι ύψωσαν ένα τείχος από πέτρες και ξύλα γύρω τους, κόβοντας τα οπωροφόρα δέντρα της περιοχής. Επίσης πρόσθεσαν γύρω και πασσάλους όντας έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια πολιορκία.
Οι Έλληνες καθώς ήταν έτοιμοι για μάχη νευρίασαν όταν είδαν τον εχθρό να έχει αποχωρήσει και τον εντόπισαν καθώς είδε ότι είχε προσαράξει τα πλοία του. Τότε ο ευφυής Σπαρτιάτης αρχηγός πλησίασε δίπλα στην παραλία με το πλοίο του και φώναξε «Άνδρες της Ιωνίας, αν μ' ακούτε, προσέξτε τι έχω να σας πω. Οι Πέρσες, έτσι κι αλλιώς, δε θα καταλάβουν τίποτα. Όταν αρχίσει η μάχη, θυμηθείτε όλοι σας την ελευθερία κι έπειτα, το σύνθημά μας, Ήρα. Όσοι μ' ακούσατε πρέπει να μεταφέρετε το μήνυμά μου σ' αυτούς που δεν άκουγαν». Μ αυτήν την ενέργεια είτε οι Πέρσες δε θα μάθαιναν τι τους είπε κι οι Ίωνες θα τολμούσαν να ακολουθήσουν τη συμβουλή του ή τα λόγια του θα μεταφράζονταν στους Πέρσες που, μοιραία, θα γίνονταν καχύποπτοι απέναντι στους Ίωνες.
Τα αποτελέσματα ήταν άμεσα καθώς οι Πέρσες αφόπλισαν τους Σάμιους και απομάκρυναν τους Μιλήσιους θέλοντας να αποφύγουν... δυσάρεστες ενέργειές τους στη μάχη. Έπειτα έστησαν ένα τείχος από ασπίδες και ανέμεναν. Σ’ αυτό το σημείο ο Ηρόδοτος αναφέρει δύο γεγονότα που είτε ήταν συμπτωματικά είτε ήταν από "θεϊκό χέρι". Το πρώτο ότι στη διάρκεια της προέλασής τους οι Έλληνες, βρήκαν στην παραλία το σκήπτρο ενός κήρυκα και, ταυτόχρονα, κυκλοφόρησε στις γραμμές η φήμη ότι οι Έλληνες είχαν νικήσει το Μαρδόνιο στη Βοιωτία ανυψώνοντας κατακόρυφα το ηθικό τους. Το δεύτερο ήταν το γεγονός ότι και οι δύο μάχες διεξήχθησαν την ίδια ημέρα (27 Αυγούστου 479 π.χ.) δόθηκαν δίπλα σε ναούς της Ελευσίνιας Δήμητρας.
Οι Αθηναίοι βάδισαν κατά μήκος της παραλίας και οι Σπαρτιάτες έκαναν μια κυκλική κίνηση από τα γύρω βουνά. Έτσι όταν οι Αθηναίοι μαζί με τους άνδρες της Κορίνθου, της Σικυώνας και της Τροιζήνας συγκρούστηκαν οι Σπαρτιάτες ήταν ακόμα σε απόσταση. Η Ελληνική φάλαγγα έπεσε πάνω στους εχθρούς με τη γνωστή δαιμονιώδη ορμή. Παρ΄ όλα αυτά οι Πέρσες και οι υποτελείς τους άντεξαν πίσω από το τείχος και προς στιγμήν η μάχη ισορρόπησε. Οι νεκροί άρχισαν να πληθαίνουν και από τις δύο πλευρές. Οι δάφνες της δόξας όμως ήταν ένα ισχυρότατο κίνητρο για τους Αθηναίους που τις επιθυμούσαν πριν φτάσουν οι Λακεδαιμόνιοι και εμπλακούν στη μάχη. Έτσι με μια γενική επίθεση το τείχος κατέρρευσε. Η ασφάλεια του οχυρού ήταν το μόνο ασφαλές σημείο πλέον αλλά η εισβολή Ελληνικών στρατευμάτων από τα νώτα διέλυσε κάθε ελπίδα. Πλέον ήταν στο έλεος των Ελληνικών δοράτων οι ζωές των εχθρών οι οποίοι οπισθοχωρούσαν άτακτα εκτός από τους Πέρσες που κατά μικρές ομάδες προέβαλλαν λυσσαλέα μεν αλλά μάταιη δε, άμυνα.
Από τους Πέρσες ναυάρχους σώθηκαν μόνο δύο, ο Αρταΰντης, και ο Ιθαμίτρης, ενώ ο Μαρδόντης κι ο διοικητής του στρατού, Τιγράνης, σκοτώθηκαν στη μάχη. Οι Λακεδαιμόνιοι έφτασαν με το υπόλοιπο στράτευμα που τους συνόδευε, ενώ οι περσικές μονάδες αντιστέκονταν ακόμα, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να συμμετάσχουν κι αυτοί στην υπόλοιπη μάχη. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν σημαντικές, κυρίως ανάμεσα στους Σικυωνίους, των οποίων ο στρατηγός Περίλεως σκοτώθηκε. Οι Σάμιοι, που υπηρετούσαν κάτω από διαταγές των Μήδων κι είχαν αφοπλιστεί νωρίτερα, βλέποντας από την αρχή ότι η έκβαση της μάχης ήταν αμφίβολη, έκαναν ό,τι μπορούσαν, για να βοηθήσουν τους Έλληνες- οι υπόλοιποι Ίωνες, ακολουθώντας το παράδειγμα τους, στράφηκαν εναντίον των Περσών διοικητών τους. Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι 40.000 πτώματα Περσών έμειναν στο πεδίο της μάχης και ότι ο υπόλοιπος στρατός κατέφυγε στις Σάρδεις ενώ ο Ξέρξης πανικοβλημένος ξεκίνησε για τα Εκβάτανα, στα βάθη της Αυτοκρατορίας του.
Για την Ιστορία, 1500 χρόνια περίπου αργότερα, το 1824 ο ναύαρχος Σαχτούρης θα κατατρόπωνε έναν άλλο πολυάριθμο βαρβαρικό στρατό στο ίδιο ακριβώς σημείο και θα απέτρεπε την αποβίβαση του στην Σάμο.
Με την νίκη τους αυτή οι Έλληνες όχι μόνο έθεσαν τέρμα στα όνειρα του Ξέρξη αλλά απελευθέρωσαν την Χίο, την Σάμο, και την Λέσβο και όλους τους άλλους Έλληνες νησιώτες που ζούσαν κάτω από την περσική κυριαρχία. Πλέον η πρωτοβουλία των κινήσεων είχε περάσει στους Έλληνες που θα πίεζαν τους Πέρσες για άλλα 40 περίπου χρόνια και με προσωρινή παύση την τρομερή αιμορραγία από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οι άλλοτε αήττητοι Μήδοι θα έβλεπαν την Αυτοκρατορία τους να κομματιάζεται από τις σάρισες του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Αντεπίθεση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου