Ο Νίκος
Καζαντζάκης στις 12 Οκτωβρίου του 1936 έστειλε ένα γράμμα στον Παντελή
Πρεβελάκη όπου αποκαλύπτει την πολιτική του οπτική και ξεκαθαρίζει το
νεφελώδες τοπίο σχετικά με τις ιδέες του:
«Έως το
1924 περνούσα όλο συγκίνηση και φλόγα τον νασιοναλισμό. Ίσκιο που ένιωθα
δίπλα μου, ο Δραγούμης. Από του 1923-1933 περίπου, περνούσα με την ίδια
συγκίνηση και φλόγα την αριστερή παράταξη (ποτέ κομμουνιστής, καθώς
ξέρετε, την πνευματική αυτή ψώρα ποτέ δεν την έπαθα). Ίσκιος που ένιωθα
δίπλα μου, αχνός, ο Παναϊτ Ιστράτι. Τώρα περνώ το τρίτο – θα ‘ναι το
τελευταίο; – στάδιο. Το ονομάζω ελευθερία. Κανένας ίσκιος. Μονάχα ο
δικός μου, μακροντέμπλικος, σκούρος, μαύρος, ανηφορίζοντας. Απαλλάχτηκα
από κόκκινα ή άλλα χρώματα. Έπαψα να ταυτίζω την τύχη της ψυχής μου, τη
σωτηρία μου, με την τύχη οποιασδήποτε ιδέας. Ξέρω πως οι ιδέες είναι
κατώτερες από μια δημιουργική ψυχή. Γίνομαι ολοένα amoral, anideal, μα
όχι με το αρνητικό, παρά με το θετικό, βαθύ περιεχόμενο που έχουν οι
λέξεις τούτες – που αρνητικές είναι μονάχα στις άγονες, αναίσθητες,
κρύες ψυχές. Απαλλάχτηκα απ’ όλες τις αμοιβές που δίνουν τα στρατόπεδα
και δεν ελπίζω σε καμιά από τις τιμωρίες τις ηρωικομαρτυρικές που
υπόσχονται. Έφτασα πια, θαρρώ, στην κατάσταση που μου ταιριάζει και που
άλλοτε μονάχα ως προαίσθημα είχα». (Αυτό το βρίσκει κάποιος στο βιβλίο «Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη» στις σελίδες 464 – 465)
Ο
Καζαντζάκης ως άνθρωπος του πνεύματος ήταν αδύνατο να μπει σε καλούπια
και να ακολουθήσει θρησκείες ή ιδεολογίες. Ανέπτυξε την φιλοσοφία του
δημιουργώντας μια σύνθεση από τις καλύτερες σκέψεις των μεγαλύτερων
στοχαστών. Θαύμαζε τον Χριστό και τον Βούδα αλλά δεν έγινε ούτε
χριστιανός ούτε βουδιστής και φυσικά ούτε άθεος. Θαύμαζε τον Λένιν για
όσα πρότεινε σε μια εποχή κοινωνικής αδικίας αλλά δεν έγινε ποτέ
κομμουνιστής. Θαύμασε τον Μουσολίνι που γνώρισε από κοντά,
εντυπωσιάστηκε από τη Φασιστική Ιταλία, υποστήριξε τον πόλεμό της στην
Αβυσσηνία αλλά δεν έγινε ποτέ φασίστας. Η Έλλη Αλεξίου παραθέτει τα
λόγια του μεγάλου συγγραφέα και στοχαστή: «Δεν ανήκω σε μια
ιδεολογία. Γι’ αυτό μπορώ να βλέπω καθαρά. Όταν ανήκεις σε κάποιο κόμμα,
δεν βλέπεις καθαρά. Κι αν βλέπεις καθαρά, δεν μπορείς ν’ ανήκεις σε
κόμμα».
Έζησε τον
πόλεμο αλλά δεν αρνήθηκε ποτέ την αξία της ιδέας του πολέμου. Γι’ αυτό,
το 1940, βρισκόμενος στην Αγγλία την ώρα που ανέτειλε η μεγάλη σύγκρουση
στην Ευρώπη, έγραψε:
«Μέσα
μια φωνή, ο «άνθρωπος», είναι φυσικό να πονάει τους ανθρώπους και ν’
αποτροπιάζεται το αίμα, μα μέσα μας υπάρχει και μια άλλη φωνή, που δε
νοιάζεται για την ασφάλεια, την καλοπέραση και την ευτυχία του ανθρώπου
και ξέρει πως, χωρίς τον Πατέρα Πόλεμο, θα βούρκιαζε, στεκάμενο νερό, η
ζωή». Γνώριζε μια μεγάλη αλήθεια και έβλεπε καθαρά ποια είναι τα αίτια που οδηγούν στην παρακμή και στο θάνατο, ανθρώπους και λαούς: «Η ευτυχία κι η καλοπέραση στάθηκαν πάντα επικίντυνες στ’ άτομα και στους λαούς».
Γνώριζε όμως
και πολύ καλά τους Έλληνες οι οποίοι δεν πιστεύουν τίποτα πέρα από το
συμφέρον τους, κάτι που είχε τονίσει πολύ νωρίτερα ο Ίων Δραγούμης. Ο
Καζαντζάκης πάντως το είπε ξερά: «Οι άνθρωποι στην Ελλάδα είναι
ακόμη ολότελα απροετοίμαστοι να ακούσουνε μια ιδέα και να ταραχτούν.
Είναι μικροί, εμποράκοι, δασκαλάκοι, άναντροι». Δε μπορώ σε αυτό το
σημείο να μην παραθέσω την ωμή και διαχρονική αλήθεια του Ίωνος
Δραγούμη για τον Έλληνα. Ο Έλληνας παραμένει ίδιος σήμερα όπως πριν 100
χρόνια στα χρόνια του πρώτου Έλληνα εθνικιστή και σοσιαλιστή:
«Ω
Έλλην, Έλλην είσαι πάντα αυτός ο ίδιος που σε ξέρω. Μένεις στην Ελλάδα
και χώνεσαι στην πολιτική, κοντεύεις να χαλάσης. Διά μιας αποφασίζης να
αφήσης την συγκίνηση αυτή και να κοιτάξης το συμφέρον σου, δηλαδή να
κάμης χρήματα».
Φύσει
ατομιστής ο Έλλην άνθρωπος ακόμα κρατά γερά τις θεωρίες του ατομισμού
και της αναρχίας διότι δεν μπορεί να υποταχθεί σε άλλο ιδανικό πέραν του
χρήματος και του στομαχιού. Χάλασε ο Έλληνας και τώρα το ιδανικό είναι
να τον ξαναφτιάξουμε. Αυτή είναι η πρόκληση του παρόντος και το όραμα
του μέλλοντος. Και για αυτό ο Καζαντζάκης ζήλεψε τα προτερήματα λαών
πειθαρχημένων και έγραψε εκεί στην μακρινή Αγγλία:
«Κούνησα
το κεφάλι με αγανάχτηση και θλίψη. Συλλογίστηκα εκεί κάτω πλήθος νέους
της ρωμαίικης ράτσας, πόσο βαρύς θα ‘ταν γι’ αυτούς ένας τέτοιος
δεκάλογος. Δύναμη, πειθαρχία, πάθος και σιωπή».
Ωστόσο, ο Καζαντζάκης δεν έπαθε ποτέ την πνευματική ψώρα. Ο ελληνικός λαός όμως δεν θεραπεύτηκε ακόμα. Πότε θα γίνει καλά; ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΕΔΩ ΚΑΙ ΕΔΩ
Αλέξανδρος Καρράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου