Η 26η Φεβρουαρίου του 1938 σηματοδοτεί για την Κύπρο και για ολάκερο τον Ελληνισμό, την γέννηση ενός εκ των Νεομαρτύρων του Έθνους. Το όνομα αυτού, Ευαγόρας Παλληκαρίδης. Το χωριό Τσάδα της επαρχίας της Πάφου μπορεί να αισθάνεται υπερήφανο, διότι έδωσε στη Πατρίδα ένα τέκνο ωσάν τον Ευαγόρα. Είναι το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη Παλληκαρίδη και δεύτερος εξάδερφος του έτερου ήρωος της ΕΟΚΑ, Στέλιου Μαυρομμάτη.
Ο Ευαγόρας είναι παιδί δραστήριο και γεμάτο ζωντάνια. Τούτο δε τον εμποδίζει να δείξει την αξία του στα μαθήματα κατά τα σχολικά χρόνια. Περνά με άριστα τις έξι τάξεις του δημοτικού. Η πνευματική του καλλιέργεια, από μικρή ακόμη ηλικία, τον φέρνει εγγύτερα στους αιώνιους Αγώνες του Μεγάλου Έθνους για την Ελευθερία. Ακολουθώντας το φωτεινό παράδειγμα των Ηρώων προγόνων του, αισθάνεται έντονα το φυλετικό κάλεσμα του Ελληνικού του αίματος. Η κυπριακή γη βρίσκεται στο έλεος της βρετανικής αποικιοκρατίας. Ο Εγγλέζος δυνάστης, στέκεται βρόγχος βαρύς κι ενοχλητικός για τον νεαρό Εθνικιστή. Την 1η Απριλίου του 1953, ο Ευαγόρας σε ηλικία 15 ετών, όχι μόνο συμμετέχει στον αντιβρετανικό ξεσηκωμό του Κυπριακού Ελληνισμού, μα πρωταγωνιστεί! Λίγους μόλις μήνες μετά, στις αρχές του Ιουνίου, έχει οριστεί η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ στον αγγλικό θρόνο. Οι προετοιμασίες είναι εντατικές τόσο στην αγγλική μητρόπολη, όσο και στις αποικίες που στενάζουν από την κτηνωδία του βρετανικού αυτοκρατορικού τέρατος. Στην Πάφο υψώνεται προκλητικά η Βρετανική Σημαία επί του Ιακώβιου Γυμναστηρίου, υπενθυμίζοντας στους σκλαβωμένους Κυπρίους τους υπαίτιους της δυστυχίας τους. Αυτή η πρόκληση όμως, δε δύναται να μείνει αναπάντητη από ένα νεαρό, του οποίου η καρδιά φλέγεται από τον πόθο για λευτεριά.
Παραμονή της στέψης, οι μαθητές της Πάφου και οι φοιτητές του Λιασιδίου Κολλεγίου διαδηλώνουν απαιτώντας να απομακρυνθεί η σημαία της κατοχής, μαζί με τους κατοχικούς στρατιώτες και αστυνομικούς. Μέγα πλήθος, μέγα πάθος, η Ελληνική Νεολαία της Πάφου εξεγείρεται κατά των αποικιοκρατών και μέσα από τη λαϊκή μάζα των Πατριωτών, ξεπροβάλλει η μορφή του 15χρονου λιονταριού από την Τσάδα. Όπως ο Αχιλλέας ξεχύθηκε προς τα τείχη των Τρώων, έτσι κι ο Ευαγόρας ορμά προς τον ιστό, κατεβάζει και σκίζει το σύμβολο της σκλαβιάς! Η παράτολμη ενέργεια του νεαρότατου Παλληκαρίδη, γεμίζει με περίσσιο θάρρος τα στήθη των νεολαίων: ακολουθούν σφοδρές συγκρούσεις με την κατοχική αστυνομία, η οποία εν τω μεταξύ ενισχύεται από Τούρκους. Προκειμένου όμως να μην αμαυρωθεί η στέψη της γαλαζοαίματης του βρετανικού θρόνου, ο διοικητής των κατοχικών δυνάμεων διατάζει την απόσυρσή τους. Ο θρασύτατος νέος συλλαμβάνεται από τους Άγγλους, αφήνεται όμως ελεύθερος εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του. Καταγράφεται η πρώτη θριαμβευτική Νίκη του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, η οποία είναι συγχρόνως και Νίκη του υπόδουλου κυπριακού Ελληνισμού. Η Πάφος γίνεται το μοναδικό μέρος της βρετανικής αυτοκρατορίας στο οποίο δεν εορτάζεται η στέψη!
Θα χρειαστεί να περάσουν δύο έτη, για να πάρει ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης την απόφαση η οποία θα κρίνει την πορεία της ζωής του. Σε ηλικία 17 ετών εγκαταλείπει το σχολείο, προκειμένου να ενταχθεί στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ. Είναι η εποχή που η κυπριακή νεολαία πάλλεται από τα συναισθήματα που γεννά ο ηρωικός και ένδοξος αγώνας της ΕΟΚΑ. Είναι 17 Νοεμβρίου του 1955 και η Πάφος συγκλονίζεται από τη διαδήλωση-αντιπερισπασμό που οργανώνει η Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ. Ο κτηνώδης βρετανικός κατοχικός στρατός έχει τη διαταγή να πυροβολήσει αδιακρίτως τους διαδηλωτές. Ο Ευαγόρας συλλαμβάνεται και δικάζεται με την κατηγορία της παράνομης συμμετοχής σε οχλαγωγίες. Ο ένθερμος νεαρός Εθνικιστής αρνείται τις κατηγορίες και η δίκη αναβάλλεται για τις 6 Δεκεμβρίου. Τίποτε όμως δε πτοεί εκείνον που έχει αφιερώσει τη ζωή στο Ιδανικό της Ελευθερίας της Πατρίδος. Μια μέρα πριν τη διεξαγωγή της δίκης εισέρχεται κρυφά στο σχολείο που φοιτούσε κι αφήνει στην έδρα ένα σημείωμα-παρακαταθήκη Αγώνος, για τους παλαιούς του συμμαθητές:
«Παλιοί συμμαθηταί, Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του, Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ’ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ‘χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ‘ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ’ ανεβώ, θα μπω σ’ ενα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μεσ’ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ’ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γειά σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας.
Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο,
ας πάρει μιαν ανηφοριά ας πάρει μονοπάτια να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα. Αν ζω, θα με βρει εκεί».
Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Ο Ευαγόρας καθιστά σαφές προς πάσα κατεύθυνση πως δε θα διστάσει ούτε κατ’ ελάχιστο να θυσιάσει τη ζωή του για τη λευτεριά της Πατρίδος του. Δε θα αποκλίνει ούτε χιλιοστό από την πορεία, την οποία έχει ο ίδιος με γενναιότητα και θάρρος λιονταρίσιο προδιαγράψει. Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 συλλαμβάνεται ξανά από τον κατοχικό στρατό. Μαζί με δύο συναγωνιστές του, μεταφέρουν όπλα και τρόφιμα από την Λυσό προς τους συντρόφους της ΕΟΚΑ. Αγγλική περίπολος τους αιφνιδιάζει. Οι δύο κατορθώνουν να διαφύγουν, ο Ευαγόρας όμως πέφτει στα χέρια του εχθρού. Στη κατοχή του βρίσκεται ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν και τρεις γεμάτες γεμιστήρες. Τα στοιχεία δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την αντιβρετανική του δράση. Οδηγείται στα κάτεργα της Λευκωσίας, κατηγορούμενος για κατοχή και διακίνηση οπλισμού. Η δίκη του ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου.
Κατά τη δίκη αναδεικνύεται το μεγαλείο της ελληνικής του ψυχής. Το νεαρό της ηλικίας του, δεν εμποδίζει να ορθωθεί μπρός στην απάνθρωπη βρετανική δικαιοσύνη, ο ατσάλινος όγκος της Θελήσεώς του. Οι δικηγόροι τον συμβουλεύουν να αρνηθεί τις κατηγορίες, εκείνος όμως στέκει ήδη νοερώς στο πλευρό των αθανάτων Ηρώων και Μαρτύρων του Ελληνικού Έθνους. Του ‘χουν με θέρμη απλώσει το χέρι κι εκείνος με χαμόγελο, ανταποκρίνεται θετικά. Τα λόγια που βγαίνουν από τα χείλη του, δεν είναι λόγια ενός κοινού θνητού, όχι! Είναι η πεμπτουσία της περιφρόνησης των Ελεύθερων ανθρώπων προς τους δούλους. Είναι η περιφρόνηση προς μια κατοχική δύναμη και μια βασίλισσα, οι οποίοι πήραν τη γη, δε κατόρθωσαν όμως να φυλακίσουν την Ελληνική Ψυχή:
«Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο». Η καταδίκη σε θάνατο συγκλονίζει τον απανταχού Ελληνισμό, είναι μόλις 18 ετών. Στ’ αυτιά του Ήρωος αντίθετα, η αναγγελία της καταδίκης ηχεί σα το αιώνιο τραγούδι της Λευτεριάς. Την επομένη της καταδίκης, ένα κύμα αντιδράσεων Ελλήνων και ξένων ξεσπά: οι μαθητές του Γυμνασίου της Πάφου απέχουν των μαθημάτων τους και ζητούν δια τηλεγραφήματος προς τον βρετανό κατοχικό διοικητή Χάρντινγκ την απονομή χάριτος στον Ευαγόρα. Η Ελληνική Κυβέρνηση ασκεί επίσης πιέσεις για να αποτρέψει την εκτέλεση της απόφασης. Η Βουλή των Ελλήνων στέλνει τηλεγραφήματα προς την αγγλική Βουλή των Κοινοτήτων και τα Ηνωμένα Έθνη. Ο αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος, 40 βουλευτές του βρετανικού Εργατικού κόμματος, ο Αμερικανός γερουσιαστής Fulton και ο αρχιεπίσκοπος Νοτίου Αφρικής Νικόδημος στηρίζουν τις προσπάθειες για την ματαίωση της απόφασης. Το βρετανικό στέμμα δια του Χάρντινγκ απορρίπτει τα αιτήματα.
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης δε περιμένει καμιά χάρη από τους βάρβαρους κατακτητές. Κατέχει καλά, πως η Ελευθερία δε χαρίζεται παρά κερδίζεται με το αίμα των Αγωνιστών. Το Έθνος έχει ήδη αρχίσει να κλαίει για το πανάξιο τέκνο που πρόκειται να φύγει, εκείνος όμως ατάραχος, γαλήνιος, με την ικανοποίηση της επιτέλεσης του Καθήκοντος προς τη Ράτσα και στον Αγώνα της αποτίναξης του βρετανικού ζυγού, γράφει το ύστατο γράμμα του προς ολάκερο το Ελληνικό Έθνος, προς τους ένδοξους Νεκρούς και προς τις επόμενες γενεές: «Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ‘ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα, τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Μη ρωτάτε το γιατί, δε μπορεί ο δειλός εραστής του εφήμερου να συλλάβει το νόημα των πράξεων εκείνου ο οποίος κατανόησε το αιώνιο. Τούτη η διαφορά του ημίθεου από τους κοινούς θνητούς… Τα μεσάνυχτα της 13 Μαρτίου 1957, ο 18 ετών Ευαγόρας Παλληκαρίδης, οδηγείται στο ικρίωμα. Τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο, καθώς το άφθαρτο, αγνό και αμόλυντο πνεύμα του προσεγγίζει εκείνα των Ηρώων και Μαρτύρων του Παρελθόντος. Δύο λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, η καταπακτή ανοίγει. Ο ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ είναι πια ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ!
Συναγωνιστές και Σύντροφοι στον Εθνικιστικό Αγώνα! Μη λησμονήσετε ποτέ το όνομα και τη ζωή αυτού του τιτάνιου Ανδρός, αυτού του ανυπέρβλητου Αγωνιστή της Λευτεριάς του Έθνους. Σαν σήμερα γεννήθηκε εκείνος του οποίου η βραχεία θνητή ζωή περικλείει το Αληθές Νόημα του δικού μας ωραίου Αγώνος! Ας ακολουθήσουμε εμείς οι Χρυσαυγίτες τα χνάρια του, μέχρις ότου κατορθώσουμε να λευτερώσουμε την Πατρίδα και το Λαό μας, γράφοντας στις δικές μας σελίδες της Ιστορίας, «η πιο όμορφη μέρα της ζωής μας, η πιο όμορφη ώρα, μη ρωτάτε γιατί»!
Ευάγγελος Καρακώστας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου