του Κρίνου Μακρίδη*
Τις περισσότερες φορές, οι ιστορικές συγκυρίες επιβεβαιώνουν την θέση των πατριωτικών δυνάμεων ότι η Ιστορία και ιστορική διαδρομή δεν διέπονται από μηχανιστικούς και μανιχαϊστικούς κανόνες, όπως πιστεύουν Μαρξιστές και οι Φιλελεύθεροι, αλλά διέπονταν από το βασικό κανόνα του Ιστορικώς απρόβλεπτου και της Ιστορικής νομοτέλειας των επιτακτικών αγώνων, προς επίτευξη κάποιου σκοπού. Το θεώρημα αυτό επιβεβαιώνεται περίτρανα από τις εξελίξεις στην ανατ. Μεσόγειο και ειδικότερα στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από μερικά χρόνια ότι η Κύπρος, το αδύναμο θύμα στα αδηφάγα σαγόνια της Τουρκίας, θα γινόταν το αντικείμενο του ενδιαφέροντος των μεγάλων δυνάμεων παγκόσμιας εμβέλειας, λόγω των ενεργειακών κοιτασμάτων της περιοχής;
Για πολλές δεκαετίες η επιχειρηματολογία και η πρακτική των δυνάμεων του ενδοτισμού σε πανελλήνια κλίμακα, περιστρεφόταν και άπτετο της κατάδειξης των γεωστρατηγικών αδυναμιών της μικρής Κύπρου, η οποία αποτελεί μια ολιγάνθρωπη Ελληνική και Χριστιανική νήσο – σφήνα μέσα σ΄ένα εχθρικό Μουσουλμανικό πέλαγος, το οποίο οριοθετείται από την Ασία και την Αφρική. Προκεχωρημένο φυλάκιο της Ευρώπης και του Ελληνικού Πολιτισμού στο σημείο αυτό του πλανήτη, αλλά και αβύθιστο αεροπλανοφόρο στην υπηρεσία των ισχυρών της γης για τον έλεγχο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής.
Για το λόγο αυτό πρέπει, κατά τους θιασώτες του ενδοτισμού, να είναι συνεχώς υπό την προστασία, βλέπε καταδυνάστευση, των πάσης φύσεως επιβουλών των εχθρών της προκειμένου να επιβιώσει ο Ελληνισμός της, έστω και χωρίς αξιοπρέπεια, έστω και με περιορισμένη κυριαρχία. Είναι στα πλαίσια αυτά που το Ζυριχικό κατεστημένο της Κύπρου, αυτή η κορωνίδα του ενδοτισμού και της προδοσίας από τις απαρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, προπαγανδίζουν τον συμβιβασμό με τους Τούρκους και τους Άγγλους και μεθοδεύουν μετά το 1974 μια λύση νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής και της κατοχής, όπως ήταν το σχέδιο Ανάν. Βεβαίως όλοι αυτοί οι λινοβάμβακοι, Φραγκολεβαντίνοι κήρυκες του ενδοτισμού αγνοούν το θεμελιώδες αξίωμα του Ελληνισμού, ότι δηλαδή ο Έλληνας χωρίς ψωμί ζει, χωρίς αξιοπρέπεια ποτέ, διότι αυτοαναιρείται ως Ελληνική φύση.
Η πιο πάνω θεώρηση του ενδοτισμού, όπως και κάθε άλλη θεώρηση η οποία στηρίζεται στο αμετάβλητο των Ιστορικών δεδομένων εις το διηνεκές, σφάλλει και το σφάλμα της αποδεικνύεται από γεγονότα τα οποία επιβεβαιώνουν τον βασικό κανόνα του ιστορικώς απρόβλεπτου. Δηλαδή το γεγονός ότι, συνεπεία κυρίως δικών μας λαθών και ενδοτικών συμπεριφορών, είμαστε σήμερα αδύναμοι αυτό δεν σημαίνει ότι θα είμαστε αδύναμοι και αύριο. Τα ενεργειακά αποθέματα της Κυπριακής ΑΟΖ, ορθά αξιοποιούμενα προσφέρουν ένα πολύ σημαντικό υπόβαθρο υπέρβασης της αδυναμίας μας και ισχυροποίησης των αντιστάσεών μας διπλωματικών, στρατιωτικών και πολιτικών. Το προνόμιο της στρατηγικής μας θέσης αναβαθμίζεται ακόμα περισσότερο λόγω του διεθνούς ενδιαφέροντος για τα αποθέματα αυτά. Η ύπαρξη της Κ.Δ. την καθιστά τον μόνο δικαιούχο των ενεργειακών κοιτασμάτων της ΑΟΖ και συνεπώς τον μόνο διαπραγματευτή με τις ενδιαφερόμενες μεγάλες δυνάμεις και τους ενεργειακούς κολοσσούς. Αυτό καθιστά την Τουρκία για πρώτη φορά, από επικυρίαρχο της Κύπρου και επίβουλο του ελληνικού Μητροπολιτικού χώρου, σε όμηρο της Κύπρου.
Το Κυπριακό πρόβλημα, ήταν ανέκαθεν γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό. Οι Δυτικές δυνάμεις, οι οποίες ήλεγχαν την περιοχή, ήθελαν την Κύπρο άρρηκτα συνδεδεμένη με το Δυτικό στρατόπεδο. Η αδέσμευτη πολιτική ωστόσο της πολιτικής ηγεσίας, έθετε υπό αμφισβήτηση την σύνδεση αυτή. Αυτό το κατάλαβε κατά την δεκαετία του 60 ο Γεώργιος Παπανδρέου και με την πολιτική της Ενώσεως, να συνδέσει την Κύπρο με το Δυτικό στρατόπεδο συνέδεε ταυτόχρονα τα Δυτικά συμφέροντα με τους προαιώνιους πόθους του Ελληνισμού: Την Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Μετά την αποτυχία της πολιτικής αυτής, για λόγους που δεν είναι του παρόντος, ο ρόλος του τοποτηρητή των Δυτικών συμφερόντων περιήλθε στην Τουρκία.
Σήμερα τα γεωπολιτικά δεδομένα αλλάζουν άρδην. Μετά την άνοδο στην εξουσία στην Τουρκία των Ισλαμιστών του Ερτογάν, την ρήξη του με το φιλοδυτικό Κεμαλικό κατεστημένο και τη στροφή της εξωτερικής πολιτικής προς Ανατολάς με στόχο την αναβίωση του Οθωμανικού Χαλιφάτου, η Τουρκία από τοποτηρητής των Οθωμανικών συμφερόντων, καθίσταται αντίπαλος για τα συμφέροντα αυτά. Την γεωπολιτική αυτή ευκαιρία καλείται να αδράξει η Κ.Δ., και ο Ελληνισμός ευρύτερα, με καταλύτη τα ενεργειακά αποθέματα.
Μια πολύ σημαντική παράμετρος με τα πιο πάνω, αποτελεί η ρήξη της Τουρκίας με το Ισραήλ και φυσικά με το όπου γης σιωνιστικό λόμπυ. Το Ισραήλ αποτελεί χώρα παραλιών η οποία στερείται στρατηγικού βάθους. Μια εχθρική Τουρκία στα νώτα του, συνιστά γι΄αυτό θανάσιμο κίνδυνο ύπαρξής του, δεδομένης της κατά μέτωπο απειλής από το Αραβικό μέτωπο και το Ιράν. Μοναδική διέξοδος στρατηγικού βάθους αποτελεί γι΄αυτό η Κύπρος και η Κρήτη. Είναι βέβαιο ότι για όσο χρόνο έχουν έτσι τα πράγματα, δεν είναι ανεκτός για το Ισραήλ ο στρατηγικός έλεγχος της Ανατολικής Μεσογείου από μια εχθρική γι΄αυτό Τουρκία.
Ο Ελληνισμός οφείλει να εκμεταλλευτεί το νέο αυτό δεδομένο και να το εντάξει σε μια εθνική στρατηγική πολιορκίας της Τουρκίας, η οποία θα την περιορίσει σε μια χώρα περίκλειστη, χωρίς έξοδο στις θάλασσες, και θα την αναγκάσει να αντιδράσει σπασμωδικά, ερχόμενη σε συγκρουσιακή αντίθεση τόσο με το Ισραήλ, όσο και με τα συμφέροντα των Μεγάλων που επιδεικνύουν ενδιαφέρον για την περιοχή. Αυτό μεσοπρόθεσμα, και βοηθούσης της αμυντικής και διπλωματικής μας επάρκειας, μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση της Κύπρου και στην άρση της επιβουλής στο Αιγαίο και τη Θράκη. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με αυτό που έγινε στους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου η πολιτική αξιοποίηση του εχθρικού περίγυρου της Τουρκίας οδήγησε στον διπλασιασμό του Ελληνικού Κράτους.
Η Τουρκία παραμένει βασικά στην γεωπολιτική της διάσταση μια ηπειρωτική δύναμη, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία αποτελεί μια θαλάσσια δύναμη και είναι γνωστό ότι πάντοτε στην Ιστορία η διαμάχη μιας ηπειρωτικής δύναμης με μια θαλάσσια δύναμη οδηγεί στην επικράτηση της θαλάσσιας δύναμης, εάν βεβαίως η δύναμη αυτή αξιοποιήσει όλα τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα και τα καταστήσει πολλαπλασιαστές ισχύος.
Ο Ελληνισμός καλείται ν΄αποδείξει αν είναι άξιος να εκμεταλλευτεί τα γεωστρατηγικά του πλεονεκτήματα, ξεπερνώντας την κρίση και την παρακμή και προσδίδοντας στον εαυτό του το ρόλο του που του έχουν τάξει η ένδοξη ιστορία και το πεπρωμένο του έθνους.
* Πρόεδρος Κ.Ε.Α. (Κινήματος Ελληνικής Αντίστασης, Κύπρος)ΠΗΓΗ
Τις περισσότερες φορές, οι ιστορικές συγκυρίες επιβεβαιώνουν την θέση των πατριωτικών δυνάμεων ότι η Ιστορία και ιστορική διαδρομή δεν διέπονται από μηχανιστικούς και μανιχαϊστικούς κανόνες, όπως πιστεύουν Μαρξιστές και οι Φιλελεύθεροι, αλλά διέπονταν από το βασικό κανόνα του Ιστορικώς απρόβλεπτου και της Ιστορικής νομοτέλειας των επιτακτικών αγώνων, προς επίτευξη κάποιου σκοπού. Το θεώρημα αυτό επιβεβαιώνεται περίτρανα από τις εξελίξεις στην ανατ. Μεσόγειο και ειδικότερα στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από μερικά χρόνια ότι η Κύπρος, το αδύναμο θύμα στα αδηφάγα σαγόνια της Τουρκίας, θα γινόταν το αντικείμενο του ενδιαφέροντος των μεγάλων δυνάμεων παγκόσμιας εμβέλειας, λόγω των ενεργειακών κοιτασμάτων της περιοχής;
Για πολλές δεκαετίες η επιχειρηματολογία και η πρακτική των δυνάμεων του ενδοτισμού σε πανελλήνια κλίμακα, περιστρεφόταν και άπτετο της κατάδειξης των γεωστρατηγικών αδυναμιών της μικρής Κύπρου, η οποία αποτελεί μια ολιγάνθρωπη Ελληνική και Χριστιανική νήσο – σφήνα μέσα σ΄ένα εχθρικό Μουσουλμανικό πέλαγος, το οποίο οριοθετείται από την Ασία και την Αφρική. Προκεχωρημένο φυλάκιο της Ευρώπης και του Ελληνικού Πολιτισμού στο σημείο αυτό του πλανήτη, αλλά και αβύθιστο αεροπλανοφόρο στην υπηρεσία των ισχυρών της γης για τον έλεγχο των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής.
Για το λόγο αυτό πρέπει, κατά τους θιασώτες του ενδοτισμού, να είναι συνεχώς υπό την προστασία, βλέπε καταδυνάστευση, των πάσης φύσεως επιβουλών των εχθρών της προκειμένου να επιβιώσει ο Ελληνισμός της, έστω και χωρίς αξιοπρέπεια, έστω και με περιορισμένη κυριαρχία. Είναι στα πλαίσια αυτά που το Ζυριχικό κατεστημένο της Κύπρου, αυτή η κορωνίδα του ενδοτισμού και της προδοσίας από τις απαρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας, προπαγανδίζουν τον συμβιβασμό με τους Τούρκους και τους Άγγλους και μεθοδεύουν μετά το 1974 μια λύση νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής και της κατοχής, όπως ήταν το σχέδιο Ανάν. Βεβαίως όλοι αυτοί οι λινοβάμβακοι, Φραγκολεβαντίνοι κήρυκες του ενδοτισμού αγνοούν το θεμελιώδες αξίωμα του Ελληνισμού, ότι δηλαδή ο Έλληνας χωρίς ψωμί ζει, χωρίς αξιοπρέπεια ποτέ, διότι αυτοαναιρείται ως Ελληνική φύση.
Η πιο πάνω θεώρηση του ενδοτισμού, όπως και κάθε άλλη θεώρηση η οποία στηρίζεται στο αμετάβλητο των Ιστορικών δεδομένων εις το διηνεκές, σφάλλει και το σφάλμα της αποδεικνύεται από γεγονότα τα οποία επιβεβαιώνουν τον βασικό κανόνα του ιστορικώς απρόβλεπτου. Δηλαδή το γεγονός ότι, συνεπεία κυρίως δικών μας λαθών και ενδοτικών συμπεριφορών, είμαστε σήμερα αδύναμοι αυτό δεν σημαίνει ότι θα είμαστε αδύναμοι και αύριο. Τα ενεργειακά αποθέματα της Κυπριακής ΑΟΖ, ορθά αξιοποιούμενα προσφέρουν ένα πολύ σημαντικό υπόβαθρο υπέρβασης της αδυναμίας μας και ισχυροποίησης των αντιστάσεών μας διπλωματικών, στρατιωτικών και πολιτικών. Το προνόμιο της στρατηγικής μας θέσης αναβαθμίζεται ακόμα περισσότερο λόγω του διεθνούς ενδιαφέροντος για τα αποθέματα αυτά. Η ύπαρξη της Κ.Δ. την καθιστά τον μόνο δικαιούχο των ενεργειακών κοιτασμάτων της ΑΟΖ και συνεπώς τον μόνο διαπραγματευτή με τις ενδιαφερόμενες μεγάλες δυνάμεις και τους ενεργειακούς κολοσσούς. Αυτό καθιστά την Τουρκία για πρώτη φορά, από επικυρίαρχο της Κύπρου και επίβουλο του ελληνικού Μητροπολιτικού χώρου, σε όμηρο της Κύπρου.
Το Κυπριακό πρόβλημα, ήταν ανέκαθεν γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό. Οι Δυτικές δυνάμεις, οι οποίες ήλεγχαν την περιοχή, ήθελαν την Κύπρο άρρηκτα συνδεδεμένη με το Δυτικό στρατόπεδο. Η αδέσμευτη πολιτική ωστόσο της πολιτικής ηγεσίας, έθετε υπό αμφισβήτηση την σύνδεση αυτή. Αυτό το κατάλαβε κατά την δεκαετία του 60 ο Γεώργιος Παπανδρέου και με την πολιτική της Ενώσεως, να συνδέσει την Κύπρο με το Δυτικό στρατόπεδο συνέδεε ταυτόχρονα τα Δυτικά συμφέροντα με τους προαιώνιους πόθους του Ελληνισμού: Την Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Μετά την αποτυχία της πολιτικής αυτής, για λόγους που δεν είναι του παρόντος, ο ρόλος του τοποτηρητή των Δυτικών συμφερόντων περιήλθε στην Τουρκία.
Σήμερα τα γεωπολιτικά δεδομένα αλλάζουν άρδην. Μετά την άνοδο στην εξουσία στην Τουρκία των Ισλαμιστών του Ερτογάν, την ρήξη του με το φιλοδυτικό Κεμαλικό κατεστημένο και τη στροφή της εξωτερικής πολιτικής προς Ανατολάς με στόχο την αναβίωση του Οθωμανικού Χαλιφάτου, η Τουρκία από τοποτηρητής των Οθωμανικών συμφερόντων, καθίσταται αντίπαλος για τα συμφέροντα αυτά. Την γεωπολιτική αυτή ευκαιρία καλείται να αδράξει η Κ.Δ., και ο Ελληνισμός ευρύτερα, με καταλύτη τα ενεργειακά αποθέματα.
Μια πολύ σημαντική παράμετρος με τα πιο πάνω, αποτελεί η ρήξη της Τουρκίας με το Ισραήλ και φυσικά με το όπου γης σιωνιστικό λόμπυ. Το Ισραήλ αποτελεί χώρα παραλιών η οποία στερείται στρατηγικού βάθους. Μια εχθρική Τουρκία στα νώτα του, συνιστά γι΄αυτό θανάσιμο κίνδυνο ύπαρξής του, δεδομένης της κατά μέτωπο απειλής από το Αραβικό μέτωπο και το Ιράν. Μοναδική διέξοδος στρατηγικού βάθους αποτελεί γι΄αυτό η Κύπρος και η Κρήτη. Είναι βέβαιο ότι για όσο χρόνο έχουν έτσι τα πράγματα, δεν είναι ανεκτός για το Ισραήλ ο στρατηγικός έλεγχος της Ανατολικής Μεσογείου από μια εχθρική γι΄αυτό Τουρκία.
Ο Ελληνισμός οφείλει να εκμεταλλευτεί το νέο αυτό δεδομένο και να το εντάξει σε μια εθνική στρατηγική πολιορκίας της Τουρκίας, η οποία θα την περιορίσει σε μια χώρα περίκλειστη, χωρίς έξοδο στις θάλασσες, και θα την αναγκάσει να αντιδράσει σπασμωδικά, ερχόμενη σε συγκρουσιακή αντίθεση τόσο με το Ισραήλ, όσο και με τα συμφέροντα των Μεγάλων που επιδεικνύουν ενδιαφέρον για την περιοχή. Αυτό μεσοπρόθεσμα, και βοηθούσης της αμυντικής και διπλωματικής μας επάρκειας, μπορεί να οδηγήσει στην απελευθέρωση της Κύπρου και στην άρση της επιβουλής στο Αιγαίο και τη Θράκη. Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με αυτό που έγινε στους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου η πολιτική αξιοποίηση του εχθρικού περίγυρου της Τουρκίας οδήγησε στον διπλασιασμό του Ελληνικού Κράτους.
Η Τουρκία παραμένει βασικά στην γεωπολιτική της διάσταση μια ηπειρωτική δύναμη, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία αποτελεί μια θαλάσσια δύναμη και είναι γνωστό ότι πάντοτε στην Ιστορία η διαμάχη μιας ηπειρωτικής δύναμης με μια θαλάσσια δύναμη οδηγεί στην επικράτηση της θαλάσσιας δύναμης, εάν βεβαίως η δύναμη αυτή αξιοποιήσει όλα τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα και τα καταστήσει πολλαπλασιαστές ισχύος.
Ο Ελληνισμός καλείται ν΄αποδείξει αν είναι άξιος να εκμεταλλευτεί τα γεωστρατηγικά του πλεονεκτήματα, ξεπερνώντας την κρίση και την παρακμή και προσδίδοντας στον εαυτό του το ρόλο του που του έχουν τάξει η ένδοξη ιστορία και το πεπρωμένο του έθνους.
* Πρόεδρος Κ.Ε.Α. (Κινήματος Ελληνικής Αντίστασης, Κύπρος)ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου