Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Συμπεράσματα της ετήσιας έκθεσης του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών

Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αξιόλογες χερσαίες δυνάμεις, λαμβανομένων υπόψη των μικρών μεγεθών της. Ωστόσο οι εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες και πόροι που διαθέτει σε σύγκριση με την τουρκική πλευρά, η μικρή έκταση εδάφους -χωρίς βάθος- για να αμυνθεί και η εγγύτητα της Τουρκίας στο νησί, σε αντίθεση με την Ελλάδα, αποτελούν τις σημαντικότερες μόνιμες αδυναμίες της κυπριακής άμυνας. Επιχειρησιακά τα μεγάλα κενά και η τρωτότητα της άμυνας της βρίσκονται στον αέρα και τη θάλασσα, όπου η Τουρκία ένεκα της σημαντικής στρατιωτικής της ισχύος έχει σχεδόν πλήρη υπεροχή. Οι διαπιστώσεις αυτές επιβάλλουν παράλληλα με την προσπάθεια διατήρησης αυξημένης επιχειρησιακής ικανότητας των χερσαίων δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς (Ε.Φ.), τη μεγαλύτερη δυνατή συμπλήρωση των κενών στην αντιαεροπορική άμυνα και στην αντιμετώπιση της ναυτικής απειλής. Ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνει επίσης η ενίσχυση των αεροπορικών και ναυτικών δυνατοτήτων, καθώς και των αρμόδιων συντονιστικών φορέων, για την αντιμετώπιση πιθανής κρίσης ή θερμού επεισοδίου και την εξασφάλιση των ζωτικών εναέριων και θαλάσσιων συμφερόντων της Δημοκρατίας. Σε στρατηγικό επίπεδο επιβάλλεται η περαιτέρω αξιοποίηση της στρατιωτικής συνεργασίας με την Ελλάδα και η αύξηση του επιχειρησιακού κόστους για τον αντίπαλο, πρακτική που ακολουθείται σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο και από άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση κοινών απειλών τις οποίες η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας αδυνατεί να καλύψει.
Η μεγάλη πίεση που ασκείται στα δημόσια οικονομικά και στις αμυντικές δαπάνες ένεκα της οικονομικής κρίσης – ενώ δεν πρέπει να αδρανοποιεί τα εξοπλιστικά προγράμματα ενόσω τα κατοχικά στρατεύματα βρίσκονται στο νησί – καθιστά επιτακτική την ανάγκη αξιοποίησης σύγχρονων μεθόδων διοίκησης, οι οποίες ταυτόχρονα με την εξοικονόμηση πόρων, να αυξάνουν την ευελιξία, αποδοτικότητα και επιχειρησιακή ικανότητα της Ε.Φ. Η υποκίνηση του ανθρώπινου δυναμικού, η ανύψωση του φρονήματος και του ηθικού των στελεχών και των κληρωτών, όπως και η συστηματική εκπαίδευση και επιμόρφωση είναι επιβαλλόμενες ενέργειες για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της Ε.Φ.. Οι δράσεις αυτές είναι συνυφασμένες με τους στόχους της αμυντικής πολιτικής, καθώς και την ανάγκη επίλυσης τρεχουσών και άλλων χρονιζόντων προβλημάτων των επαγγελματιών στρατιωτικών.
Η ύπαρξη της εφεδρείας βελτιώνει αισθητά τους συσχετισμούς δυνάμεων με την αντίπαλη πλευρά, γεγονός που υπογραμμίζει και την ανάγκη αποτελεσματικής αξιοποίησης της. Η ενίσχυση του αξιόμαχου της εφεδρείας, που αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της κυπριακής άμυνας, είναι απαραίτητη προϋπόθεση σε οποιοδήποτε προγραμματισμό μείωσης της θητείας, όπως και η υλοποίηση του προγράμματος αναδιοργάνωσης της Ε.Φ., εξασφάλισης των αναγκαίων εξοπλιστικών μέσων και προώθησης του θεσμού των επαγγελματιών στρατιωτών.
Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας με τον Περί Εθνικής Φρουράς Νόμο, που προώθησε το υπουργείο Άμυνας προσφάτως, συμβάλλει στη δημιουργία πλαισίου πιο εύρυθμης λειτουργία του αμυντικού συστήματος. Οι πρόνοιες του δημιουργούν δυνατότητες καλύτερης αξιοποίησης και βελτίωσης των λειτουργιών διαφόρων κέντρων διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων στα υψηλότερα στρώματα της ηγεσίας του αμυντικού τομέα, και έπεται ότι θα σφυρηλατηθούν.
Διαπιστώσεις για τα στρατιωτικά στοιχεία του 2011
Τα αριθμητικά στοιχεία στο στρατιωτικό τομέα στις αντίπαλες πλευρές στην Κύπρο το 2011, με εξαίρεση κάποιες πρόσφατες αγορές υλικού από την Ε.Φ., φανερώνουν ότι από το 2002 μέχρι σήμερα οι συσχετισμοί δυνάμεων παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητοι.

Πιο συγκεκριμένα η κατάσταση έχει ως ακολούθως: Το ανθρώπινο στρατιωτικό δυναμικό της Ε.Φ. ανέρχεται γύρω στις 12.000 και οι έφεδροι στις 50.000. Μαζί με τους 950 της ΕΛΔΥΚ, οι δυνάμεις στο στρατόπεδο της Κυπριακής Δημοκρατίας φθάνουν τις 62.950. Η δύναμη των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων παραμένει από το 2002 σταθερά στις 36.000. Μαζί με τους 5.000 Τουρκοκύπριους ενόπλους και τις 26.000 Τουρκοκύπριους εφέδρους ανέρχονται στις 67.000. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι για κάθε ένα Εθνοφρουρό αναλογούν τρεις Τούρκοι στρατιώτες. Όσον αφορά στο σύνολο του ανθρώπινου στρατιωτικού δυναμικού στις αντίπαλες πλευρές οι αναλογίες είναι σχεδόν ένας προς ένα, δηλαδή διαφοροποιούνται προς όφελος της κυπριακής πλευράς.
Τα άρματα μάχης στην Εθνική Φρουρά ανέρχονται στα 179 και εκείνα των κατοχικών στρατευμάτων στα 449 (441Μ-48Α5Τ1/Τ2 και 8 Μ-48 Α2 εκπαιδευτικά). Για κάθε άρμα μάχης της Εθνικής Φρουράς αναλογούν 2.5 τουρκικά. Λαμβανομένων ωστόσο υπόψη και των 61 αρμάτων της ΕΛΔΥΚ η αναλογία μειώνεται σε ένα άρμα της Ε.Φ. για κάθε 1.8 τουρκικά. Τα τουρκικά άρματα μάχης έχουν εκσυγχρονισθεί και διατηρούνται σε καλή επιχειρησιακή κατάσταση. Για συμπλήρωση του ποιοτικού κενού που είχε δημιουργηθεί, η Κύπρος προχώρησε φέτος στην αντικατάσταση αριθμού ΑΜΧ – 30 με ρωσικά Τ-80U.
Τα Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού (ΤΟΜΠ) και Μάχης στην Εθνική Φρουρά ανέρχονται συνολικά στα 402 και στις κατοχικές δυνάμεις στα 627. Από αυτά τα 361 είναι τουρκικής κατασκευής τύπου ΑΑΡC και τα 266 αμερικανικής τύπου Μ-133.
Αμυντικές δαπάνες
Η Κύπρος το 2010 ήταν η τέταρτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το υψηλότερο ποσοστό από το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της που διατέθηκε για την άμυνα (2.0%). Πρώτη ήταν η Ελλάδα με 3.05% και ακολουθούσε το Ηνωμένο Βασίλειο (2.71%) και η Γαλλία (2.05%). Στο διάστημα μεταξύ 2005 – 2011η Κύπρος παρουσιάζεται να έχει διαθέσει για τη άμυνα της περισσότερα από το μέσο όρο των αμυντικών δαπανών των ευρωπαϊκών χώρων ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.
(Τα ποσοστά για το 2011 είναι, είτε προϋπολογισθέντα, βάση των προϋπολογισμών για το χρόνο αυτό, είτε προβλεπόμενα

Δεν υπάρχουν σχόλια: