«Είναι ολίγον... βαρήκοος και πολύ ενωτικός»
Το 1958 ένας διπλωμάτης με συνείδηση είχε πει για τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου: «μ' αυτά θα φέρετε τους Τούρκους στην Κύπρο» - Σήμερα τι λένε οι διπλωμάτες για το αντίστοιχο αίσχος, τη Συμφωνία των Πρεσπών;
Η
πρώτη ουσιαστικά παρέμβαση του Σεφέρη για την Κύπρο έγινε το 1945, όταν
στο Λονδίνο πήγε ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και αντιβασιλέας Δαμασκηνός, τον
οποίο παρακίνησε ο ποιητής να θέσει θέμα Κύπρου. Οι Αγγλοι τότε ήταν
μοιρασμένοι. Μια ομάδα πίστευε πως έπρεπε να δοθεί η Κύπρος στην Ελλάδα
ως αντίβαρο για την κομμουνιστική διείσδυση και για να υποστηριχθούν οι
κεντρώες και οι δεξιές κυβερνήσεις έναντι της Αριστεράς. Γι' αυτό και ο
Δαμασκηνός είχε πει ότι δεν ήθελε να επιστρέψει με άδεια χέρια. Φυσικά
το Ναυαρχείο δεν συναίνεσε.
Γεγονός
είναι πως υπήρχε προϊστορία: το 1915 η αγγλική κυβέρνηση είχε προσφέρει
την Κύπρο στην Ελλάδα, με τον όρο να μπει η χώρα στον πόλεμο στο πλευρό
της Αντάντ. Μπήκε μεν ύστερα από δύο χρόνια με τον Βενιζέλο, αλλά η
τότε βασιλική κυβέρνηση Ζαΐμη -και μάλιστα με την υποστήριξη του Μεταξά-
δεν αποδέχτηκε την προσφορά της Κύπρου.
Το
1952 ο Σεφέρης ήταν ήδη για πρώτη φορά πρέσβης στον Λίβανο και
ταυτόχρονα στο Ιράκ, στη Συρία και στην Ιορδανία. Ανέλαβε αμέσως μετά
την Αγκυρα, όπου είχε τη θέση του α' γραμματέως, και το Λονδίνο, όπου
ήταν γενικός πρόξενος και γραμματέας της πρεσβείας.
Ο
ποιητής πήγε στην Κύπρο στις αρχές Νοεμβρίου του 1953 κι έμεινε εκεί
περί τις σαράντα ημέρες. Φιλοξενήθηκε από το φίλο του, από την εποχή του
'30, Ευάγγελο Λουίζο, σημαντική προσωπικότητα από την Αμμόχωστο, που
επίσης είχε φιλοξενήσει εκεί και τον Ελύτη, τον Καραντώνη, τον Καββαδία
και άλλους.
Ξαναβρήκε τη Σμύρνη στην Κύπρο
Ο
Σεφέρης βρήκε στην Κύπρο, το ομολογεί ο ίδιος, κάτι από τη χαμένη του
πατρίδα, τη Σμύρνη. Βρήκε έναν άλλο κόσμο και πολλές φορές διερωτάται
στα ημερολόγιά του, επειδή βοούσαν οι Κύπριοι, ζητώντας την Ενωση:
«Είμαστε άξιοι να κυβερνήσουμε αυτό τον τόπο χωρίς Ελληνα χωροφύλακα και Ελληνα δημόσιο υπάλληλο;».
«Εχω την εντύπωση», λέει
ο Γιώργος Γεωργής, «ότι οι φωτογραφίες του αποτελούσαν προποιητικό
υλικό. Οτι με βάση αυτές έφτιαχνε στίχους. Σε όλες όσες γνωρίζουμε και
βρίσκονται στο ΜΙΕΤ (Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης), μπορείς να
βάλεις λεζάντες από τα ποιήματά του. Στο "Λεπτομέρειες στην Κύπρο" λέει
"...και χάζευε ένας πέτρινος καμαροφρύδης σε μια γωνιά της στέγης...",
όπου βεβαίως υπάρχει η φωτογραφία του πέτρινου καμαροφρύδη από την
εκκλησία του Καλού Χωριού. Ή ακόμα "Η μικρή κουκουβάγια ήτανε πάντα
εκεί/σκαρφαλωμένη στ' ανοιχτάρι τ' Αγίου Μάμα..." και όντως υπάρχει στην
πόρτα του Αγίου Μάμα μία κουκουβάγια. Υπάρχει άμεση σχέση του
φωτογράφου με τον ποιητή, σε μια συλλογή που αντιμετωπίστηκε, θα έλεγα,
ψυχρά στην Ελλάδα, πούλησε ελάχιστα αντίτυπα και δέχτηκε έντονες
επικρίσεις».
Ο
Γεωργής αναφέρεται στο «Ημερολόγιο καταστρώματος Γ'» και επισημαίνει:
«Μ' αυτό ο Σεφέρης έδωσε στην Κύπρο πολύ περισσότερα απ' ό,τι όλες οι
ελληνικές κυβερνήσεις ενός αιώνα. Εκανε πραγματικά οικείο το νησί στον
ελληνικό χώρο. Αυτή είναι νομίζω η μεγάλη του συμβολή. Κανείς σήμερα δεν
θ' αναλογιστεί τον Σεφέρη ή την Κύπρο χωρίς να του έρθουν στο νου
στίχοι από το "Ημερολόγιο καταστρώματος Γ'". Μια συλλογή που, όπως ο
ίδιος ομολογεί γράφτηκε στην Αμμόχωστο στο σπίτι του Λουίζου "που
πήγαινε να γίνει φυτό"».
Στο ίδιο σπίτι έμεινε
αργότερα ο Ελύτης, που ένα βράδυ εκεί είδε ένα προφητικό όνειρο, το
χαμό της Αμμοχώστου. Με τίτλο «Το όνειρο της Φραγκίσκας Φρέιζερ» έγραψε
το ποίημα για το χαμό της πόλης, που δημοσιεύτηκε στα «Ανοιχτά χαρτιά». Ο
Ελύτης μπορεί να μην έγραψε για την Κύπρο όσα ο Σεφέρης, αλλά έχει
εξίσου βαθιά σχέση. Αλλωστε έμεινε εκεί πολύ περισσότερο, πέντε μήνες το
καλοκαίρι του 1970 και δύο μήνες το καλοκαίρι του 1973.
Ο Γεωργής επισημαίνει
ότι το «Ημερολόγιο καταστρώματος Γ'» έχει «καβαφική υφή». Είχε προηγηθεί
άλλωστε η σπουδή του Σεφέρη πάνω στον Καβάφη τα χρόνια που ήταν στην
Αγκυρα, είχε επισκεφθεί για πρώτη φορά τη Σμύρνη το 1949-50 από τότε που
έφυγε το 1911 και ήταν συντετριμμένος. Εγραφε χαρακτηριστικά: «Δεν ξέρω
αν έκανα καλά που γύρισα σ' αυτό το χώρο, αλλά το απαιτούσαν οι ψυχές
των νεκρών».
«Είναι
χαρακτηριστικό πως ο Σεφέρης, μέχρι να φτάσει στην Κύπρο, η περσόνα που
χρησιμοποιούσε ήταν εκείνη του Οδυσσέα» λέει ο Γεωργής και συμπληρώνει:
«Στην Κύπρο φόρεσε την περσόνα του Τεύκρου, του ήρωα του Τρωικού
Πολέμου που, διωγμένος από τη Σαλαμίνα, φτάνει στην Κύπρο και χτίζει
εκεί μια νέα Σαλαμίνα σε ανάμνηση της πατρίδας του. Ετσι κι ο Σεφέρης
νιώθει πως βρήκε μια δεύτερη πατρίδα στο νησί και αλλάζει, γίνεται πια ο
Τεύκρος».
Να προσθέσουμε πως στην
Κύπρο ο Σεφέρης θα συναντήσει για τελευταία φορά τον Λόρενς Ντάρελ. Η
συνάντηση περνάει μέσα στο ποίημα «Στα περίχωρα της Κερύνειας» όπου
γράφει: «...τον γνώρισες τον ποιητή, σώστροφος, σνομπ. Κάποτε αστείος.
Τώρα είναι στα λουτρά...». Είναι μεγάλη η απογοήτευσή του από τον
Ντάρελ, το δηλώνει άλλωστε στα ημερόλογιά του.
Ο τελευταίος είχε φτάσει
στο νησί γύρω στο '50, διορίστηκε καθηγητής της αγγλικής γλώσσας στο
Παγκύπριο Γυμνάσιο και αποδέχτηκε στη συνέχεια να γίνει ο προπαγανδιστής
της αποικιακής κυβέρνησης, αναλαμβάνοντας επικεφαλής του Γραφείου Τύπου
και Πληροφοριών. Το γεγονός απογοήτευσε αφάνταστα τον Σεφέρη, που
επισημαίνει πως ο Ντάρελ ήταν ειρηνιστής στα χρόνια του πολέμου και
ξαφνικά στην Κύπρο μεταστράφηκε. Ακόμα μία υπόμνηση σχετική μ' αυτόν
γίνεται πιθανότατα στο ποίημα «Σαλαμίνα της Κύπρου», όπου ο Σεφέρης
γράφει:
«Φίλοι του άλλου πολέμου
σ' αυτή την έρημη συννεφιασμένη ακρογιαλιά / σας συλλογίζομαι καθώς
γυρίζει η μέρα...». Εννοεί μάλλον τον Ντάρελ και τον άλλο Αγγλο που είχε
γνωρίσει στα χρόνια του πολέμου, τον Μορίς Κάρντιφ, που μάλιστα κάποια
στιγμή εργάστηκε στην Ελλάδα στο Βρετανικό Συμβούλιο.
Τον
Ιούλιο του 1956 ο ποιητής ανακλήθηκε στην Αθήνα και διορίστηκε
επικεφαλής της Β' Πολιτικής Διεύθυνσης του υπουργείου Εξωτερικών, που
ήταν υπεύθυνη για το Κυπριακό, αναλαμβάνοντας επισήμως υπηρεσιακός
υπεύθυνος γι' αυτό. Ο
διορισμός του έγινε με εισήγηση του Ευάγγελου Αβέρωφ, που μόλις είχε
αναλάβει υπουργός Εξωτερικών. Ας μην ξεχνάμε φυσικά πως ο Σεφέρης ήταν
κουνιάδος του Κωνσταντίνου Τσάτσου, ισχυρού προσώπου τότε στην κυβέρνηση
Καραμανλή. Ενα χρόνο αργότερα, τον Ιούλιο του 1957, διορίστηκε πρέσβης
στο Λονδίνο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1962, λίγο πριν από το Νόμπελ.
Είναι
χαρακτηριστικό πως όταν ο Σεφέρης προτείνεται για πρέσβης της Ελλάδας
στο Λονδίνο, ο Αγγλος πρέσβης στην Αθήνα ενημέρωσε το Φόρεϊν Οφις ότι «ο Σεφέρης είναι ολίγον βαρήκοος και πολύ ενωτικός».
Οταν
ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Φατίχ Ζορλού έφερε τον Δεκέμβριο του
1958 στο Παρίσι σχέδιο λύσης για το Κυπριακό, που το αποδέχτηκε ο
Αβέρωφ, ο Σεφέρης, ως πρέσβης στο Λονδίνο ενημερώθηκε. Οταν διάβασε το
σχέδιο έγινε έξαλλος κι έγραψε αμέσως ένα υπόμνημα στον Αβέρωφ, στο
οποίο ανέφερε ότι «μ' αυτά θα φέρετε τους Τούρκους στην Κύπρο».
Το
σχέδιο βέβαια ήταν αυτό, πάνω στο οποίο βασίστηκαν οι Συμφωνίες Ζυρίχης
- Λονδίνου. Ουσιαστικά δηλαδή η κατανομή της εξουσίας: πρόεδρος
Ελληνοκύπριος, Τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος και διανομή της εξουσίας κατά
70% και 30%. Εκείνο όμως με το οποίο κυρίως διαφωνούσε ο Σεφέρης ήταν το δικαίωμα της Τουρκίας για μονομερή επέμβαση.
Επεσήμανε
όλα αυτά στο υπόμνημά του προς τον Αβέρωφ, αλλά επειδή φοβόταν πως δεν
θα το πρωτοκολλούσαν, έστειλε στη Μαρώ στην Αθήνα δεύτερο αντίγραφο,
διαμηνύοντάς της να το πρωτοκολλήσει η ίδια στο υπουργείο Εξωτερικών. Εκεί
ράγισαν και οι σχέσεις με τον Αβέρωφ, φυσικά δεν τον κάλεσαν στη
Ζυρίχη, ενώ οι Τούρκοι, αντιθέτως, είχαν καλέσει τον πρέσβη τους στο
Λονδίνο. Ο Σεφέρης αποκλείστηκε ως φιλοκύπριος και ως φιλομακαριακός.
Η
Μαρώ Σεφέρη, ύστερα από συνομιλία της με την Ιωάννα Τσάτσου, σημείωνε
σε γράμμα της από την Αθήνα προς τον Σεφέρη στο Λονδίνο στις 22
Ιανουαρίου 1959, ανάμεσα σε άλλα, ότι:
«Ο
Καραμανλής δεν έλαβε γνώση της πρωτοκολλημένης επιστολής σου προς
Αβέρωφ. Η Ιωάννα τούς είπε ότι δεν είναι σωστό να του το κρύψουν. Η
εντύπωσή μου είναι ότι όλοι τους κρύβονται ο ένας από τον άλλον»...
«Η τραγωδία προχωρεί»
Ο Σεφέρης ανησυχούσε με τις εξελίξεις. «Η τραγωδία προχωρεί»
έγραφε από το Λονδίνο στη γυναίκα του στις 26 Ιανουαρίου 1959 και
συμπλήρωνε: «Το κρίμα είναι ότι η ατζαμοσύνη έγινε και ποιος το
πληρώνει». Στο υπουργείο, μετά το επεισόδιο του Παρισιού, αποφάσισαν
σιωπηρά να τον αγνοήσουν. Τον απέκλεισαν από τις συνομιλίες στη Ζυρίχη
ως φίλο του Μακαρίου και των Κυπρίων. Γνωρίζοντας ότι η αλληλογραφία του
ανοιγόταν, «ούτε επί Μεταξά δεν υπήρχε τέτοια κακοήθεια» του είχε
γράψει η Μαρώ, γράφει υπαινικτικά, συνθηματικά στη γυναίκα του στις 9
Φεβρουαρίου 1959, μόλις πήρε τις πρώτες πληροφορίες από τη Ζυρίχη:
«...Τ'
απόγευμα είχα νέα από την Ελβετία· το παιδί χειροτερεύει· οι γιατροί
της Αθήνας έκαμαν ασυγχώρητες ανοησίες... Είναι απίστευτο τι στραβομάρες
μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι κι' επειδή πήραν μια φορά τον κατήφορο,
να επιμένουν να κατρακυλήσουν ώς τον πάτο. Τώρα δεν είναι απίστευτο να
φέρουν το παιδί και εδώ (εντός των ημερών). Τους εδώ γιατρούς τους
ξέρεις. Ο Θεός να βοηθήσει...»
Στις 4 Φεβρουαρίου οι
πρωθυπουργοί της Ελλάδας Κωνσταντίνος Καραμανλής και της Τουρκίας Αντνάν
Μεντερές, μαζί με τους υπουργούς Εξωτερικών Αβέρωφ και Ζορλού μετέβησαν
στη Ζυρίχη της Ελβετίας για επίλυση του Κυπριακού. Ο Σεφέρης σημείωσε
στο ημερολόγιό του την επομένη:
«Καραμανλής-Αβέρωφ
πάνε να συναντήσουν Ζορλού-Μεντερές Ζυρίχη· Ο,τι και να λένε νομίζω
νύμφη κουκουλώθηκε· δε λυπάμαι για τίποτε απ' ό,τι έκανα - εύχομαι να μη
λυπούμαι γι' αυτούς».
Η Συμφωνία υπογράφηκε
στη Ζυρίχη στις 11 Φεβρουαρίου 1959. Η ελληνική κυβέρνηση ήθελε να την
εμφανίσει ως μεγάλη νίκη για να εξουδετερώσει όσο ήταν δυνατόν τις
αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και για να γίνει πιο εύκολα δεκτή στην
Κύπρο. Μετά την υπογραφή ετοίμαζαν μεγαλειώδη υποδοχή στον Καραμανλή
κατά την επιστροφή του από τη Ζυρίχη. Το κωμικό του πράγματος περιγράφει
η Μαρώ σε γράμμα της προς τον Σεφέρη από την Αθήνα:
«Θα
ήθελα να σου έλεγα πολλά για τα καμώματα τα εδώ. Προχθές ανάστατο το
σπιτικό το επάνω της οδού Κυδαθηναίων. Ετοίμαζαν την ένδοξη επιστροφή
του προέδρου. Πήρα ένα ταξί, όλη η οδός Φιλελλήνων ταξί με ταμπέλες που
γράφαν Καλώς ήρθες ΝΙΚΗΤΗ. Ο οδηγός του ταξί μου: "Τι είναι πάλι αυτός ο Νικήτης!". Απαντώ: "Ο Καραμανλής, όχι Νικήτης αλλά Νικητής". Ο οδηγός: "Και γιατί Νικητής; Την πήραμε την Κύπρο;". Απαντώ πως δεν ξέρω, ακόμη δεν λένε τίποτε οι εφημερίδες. Λέει: "Δεν βαριέσαι, αν ήταν τέτοιο πράγμα θα χτυπούσαν οι καμπάνες, αυτό το Νικητής είναι το κόμμα του που τα σκαρώνει". Ο κόσμος ρωτιέται γιατί είπε στο αεροδρόμιο πως είναι η ευτυχέστερη μέρα της ζωής του, αφού εμείς κάναμε όλες τις αβαρίες».
Ο Νικήτης-Καραμανλής
ερμηνεύει και το γνωστό «Νενικήκαμεν» του Μακαρίου στο λόγο του την 1η
Μαρτίου 1959, αμέσως μετά την επιστροφή του στην Κύπρο. Σημείωσε με
πίκρα ο Σεφέρης το Σάββατο 28 Μαρτίου:
«Επρεπε να βρούμε τρόπο
να φωνάζουμε: νικήσαμε· αδιάφορο τι σημαίνει αυτό το νικήσαμε· μια που
μπορούμε και το φωνάζουμε, τι μας νοιάζει για τα ρέστα».
Αβέρωφ και Ζορλού αμέσως
μετά τη σύναψη συμφωνίας πέταξαν αυθημερόν, στις 11 Φεβρουαρίου, με
διαφορετικές πτήσεις από τη Ζυρίχη στο Λονδίνο. Ο Σεφέρης υποδέχθηκε στο
αεροδρόμιο τον πολιτικό του προϊστάμενο και τον μετέφερε στο ξενοδοχείο
«Claridges», όπου δύο ώρες αργότερα έφτασε και ο Ζορλού. Ο
Καραμανλής στην Αθήνα ενημέρωσε συνοπτικά τον Μακάριο για το περιεχόμενο
της Συμφωνίας, ο οποίος αρχικά συναίνεσε και στη συνέχεια, φτάνοντας
στο Λονδίνο, άρχισε να αμφιταλαντεύεται. Η στάση του κλόνισε για
πρώτη φορά την εμπιστοσύνη του Σεφέρη στο πρόσωπό του. Από τη μια του
αναγνώριζε ότι έπρεπε να ενημερώνεται συνεχώς και πλήρως ώστε να
καταθέτει έγκαιρα τις διαφωνίες του και από την άλλη του καταλόγιζε ότι
«έκανε το ζαβό τόσες εβδομάδες και τώρα την τελευταία στιγμή πάει να τα
κάνει θάλασσα».
Ο Μακάριος έφτασε στο
Λονδίνο στις 15 Φεβρουαρίου 1959. Στο αεροδρόμιο τον υποδέχθηκε μόνο ο
Σεφέρης. Ο Αβέρωφ απέφυγε να πάει μαζί του. Αρχιζε η επιχείρηση
αποδυνάμωσής του.
Την
επόμενη μέρα ο Μακάριος, αφού ενημερώθηκε για όλες τις πτυχές της
Συμφωνίας και τις πρόσθετες απαιτήσεις που είχαν οι Αγγλοι, αρνήθηκε να
προσυπογράψει τη Συμφωνία. Ο
Σεφέρης από τη μια βλέπει έναν αποκαμωμένο και ταπεινωμένο Μακάριο και
από την άλλη οργίζεται με την ομαδική επίθεση εναντίον του από Αγγλους,
Τούρκους και Ελληνες. Γράφει στο ημερολόγιό του στις 16 Φεβρουαρίου ανάμεσα σε άλλα:
«...Ο Ζορλού επέμεινε: να τεθεί ο Μακάριος ενώπιον των ευθυνών του· να μην του επιτραπεί να γυρίση στην Κύπρο.
Αθλιο θέαμα Ελληνοτούρκων εναντίον Μακαρίου - Οποιος και να 'ναι. Τι έχει απομείνει από την αξιοπρέπειά μας;».
Το θέαμα των
«Ελληνοτούρκων» που πίεζαν τον Μακάριο συνεχίστηκε. Στις 17 Φεβρουαρίου
το πρωί ο Σεφέρης υποδέχθηκε στο αεροδρόμιο του Λονδίνου τον πρωθυπουργό
Κωνσταντίνο Καραμανλή. Το απόγευμα της ίδιας μέρας παρευρέθη στη
συνάντηση Καραμανλή - Μακαρίου στην τραπεζαρία της ελληνικής πρεσβείας
και έγινε μάρτυρας της πρώτης πρωθυπουργικής απειλής προς τον Εθνάρχη:
«Αν δεν συμφωνήσουν οι Κύπριοι, τερματίζεται Κυπριακό».
Ο Σεφέρης στο ημερολόγιό
του κατέγραψε βήμα βήμα την τριήμερη πορεία για υπογραφή των Συμφωνιών
και τις πιέσεις προς τον Μακάριο, ο οποίος απέφευγε να προσέλθει στην
κοινή συνάντηση για υπογραφή της Συμφωνίας. Σημειώνει στις 18
Φεβρουαρίου 1959 ανάμεσα σε άλλα:
«...Από Μακάριο κανένα
νέο - Επιμένει. Τηλεφώνημα Βασιλίσσης προς Αβέρωφ. Τηλεφώνησε λέει
Μακάριο και τον έκαμε έκκληση Ως προς Ιερωμένο. Αβέρωφ και Καραμανλής
τάχουν χαμένα. "Τι fiasco" λέει κάθε τόσο Αβέρωφ. Καραμανλής μαίνεται.
Τα 'χουν χαμένα. Αβέρωφ υπαγορεύει Μπότσην ό,τι μπορεί κατά Μακαρίου
στην κρεββατοκάμαρα του Καραμανλή. Λέω ότι αυτές οι εκδηλώσεις είναι
πρόωρες. "Πρέπει προλάβουμε κοινή γνώμη" λέει Μπότσης».
Οι
ενέργειες του Αβέρωφ, οι κατηγορίες που διοχέτευε στον ιδιοκτήτη και
διευθυντή της «Ακρόπολης» και της «Απογευματινής» Νάσο Μπότση
επιβεβαίωναν την πεποίθηση του Σεφέρη για την επιπολαιότητα του Ελληνα
υπουργού Εξωτερικών, αλλά και το αρνητικό κλίμα που είχαν δημιουργήσει
για τον Μακάριο οι γύρω από αυτόν διπλωμάτες. Αντίθετα, οι περί τον
Σεφέρη, όπως ο ακόλουθος Τύπου της πρεσβείας Αλέξανδρος Ξύδης, είχαν
διαφορετικές απόψεις. Η 18η
Φεβρουαρίου, η μέρα των μέγιστων και τελευταίων πιέσεων πάνω στον
Μακάριο, ήταν ιδιαίτερα πικρή για τον Σεφέρη. «Τέλειωσε κι αυτό· η
σημερινή μέρα ήταν από τις πιο άσκημες για τους Ελληνες. Κατηγορούσαμε
τον Μακάριο όπως άλλοτε οι Αγγλοι και οι Τούρκοι», σημειώνει με απογοήτευση.
Οι Συμφωνίες Ζυρίχης -
Λονδίνου υπογράφηκαν επίσημα στις 19 Φεβρουαρίου 1959 στο Λάνκαστερ
Χάουζ. Ο Καραμανλής έφυγε από το Λονδίνο την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου. Ο
Σεφέρης τον συνόδευσε στο αεροδρόμιο. Καθ' οδόν σταμάτησαν στα ανάκτορα
του Μπάκιγχαμ για να υπογράψουν στο βιβλίο της Βασίλισσας. Βρέθηκαν
μπροστά σε ακόμη μια «μακαριακή» έκπληξη:
«Σήμερα τους πήγα στο
αεροδρόμιο. Στο δρόμο σταματήσαμε στο Buckingham Palace για να
υπογράψουν (επί τέλους) στο βιβλίο της Βασίλισσας. Καθώς κάθουνταν ο
Καραμανλής να υπογράψη ο Αβέρωφ είπε: Νάτος πάλι και έδειξε με κόκκινο
μελάνι την υπογραφή του Μακαρίου. Υπέγραψε ο Καραμανλής αμέσως από κάτω.
Επειτα εμείς»...
Για τον Γεώργιο Παπανδρέου
Να ολοκληρώσουμε
γράφοντας για τη σχέση του ποιητή με την ετέρα μεγάλη ηγετική
προσωπικότητα της εποχής, τον Γεώργιο Παπανδρέου. Δεν τα πήγαιναν καλά.
Οταν ο Σεφέρης υπηρετούσε ως υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της εξόριστης
ελληνικής κυβέρνησης στη Μέση Ανατολή, είχαν συγκρουστεί κι έτσι το
1963, παρά το Νόμπελ, η κυβέρνηση Παπανδρέου συνταξιοδότησε τον ποιητή
στα 63 του χρόνια, αντί να τον διορίσουν πρεσβευτή επί τιμή και
περιοδεύοντα σ' όλο τον κόσμο. Τον έθεσαν αρχικά στη διάθεση του
υπουργού, έγινε πρέσβης επί τιμή ως συνταξιούχος πια και ήρθε η χούντα,
μετά τη δήλωσή του το 1969, να του αφαιρέσει τόσο το βαθμό όσο και το
διπλωματικό του διαβατήριο.
Ναυαρχίδα
των επιθέσεων κατά του Σεφέρη ήταν η «Εστία» του Κύπριου Κύρου.
Εκπορεύτηκε από αυτήν από τη μια και από την Αριστερά από την άλλη ότι
πήρε το Νόμπελ πουλώντας το Κυπριακό. Ενώ ήταν ο μόνος από την ελληνική
διπλωματική ηγεσία που διαφώνησε κάθετα με τους χειρισμούς ως προς το
θέμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου